Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Νίκος Καββαδίας • Ιδανικός Κι Ανάξιος Εραστής


1 Νοεμβρίου 1962, η Ελλάδα στην ευρωπαϊκή οικογένεια (μέρος Ι)


Σαν αύριο συμπληρώνονται 51 χρόνια από τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας Σύνδεσης της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), που τότε την αποτελούσαν τα έξι ιδρυτικά κράτη-μέλη (Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Κάτω Χώρες/Ολλανδία, Λουξεμβούργο).
Μετά από 17 ολόκληρα χρόνια, στις 28 Μαΐου 1979, υπογράφηκε στο Ζάππειο η Συμφωνία Ένταξης της Ελλάδας ως πλήρους μέλους στην ΕΟΚ.
Αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι και να δούμε το πράγμα αντικειμενικά, την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ οραματίστηκε και δούλεψε γι’ αυτήν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Μάλιστα, εκείνη την εποχή δεν ήταν καθόλου μα καθόλου αυτονόητο το τι έπρεπε να γίνει καθώς υπήρχαν και άλλοι σχηματισμοί-ενώσεις στην Ευρώπη εναλλακτικά με την ΕΟΚ: η ΕΖΕΣ (Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών) υπό την κηδεμονία της Βρετανίας και η ΚΟΜΕΚΟΝ, το Οικονομικό Συμβούλιο Αμοιβαίας Βοήθειας, υπό την κηδεμονία φυσικά της τότε ΕΣΣΔ, στην οποία συμμετείχαν οι χώρες του τότε ανατολικού μπλοκ συν τη Μογγολία (!) και μετείχαν ως παρατηρητές η Βόρεια Κορέα, η Κίνα, το Βιετνάμ και η Κούβα (ξανά !).
Τα θαυμαστικά δεν είναι επειδή υποβαθμίζω μερικές χώρες, και πολύ περισσότερο μερικούς λαούς, αλλά όπως και να το κάνουμε με την ιστορική πορεία που πήραν τα πράγματα (προσέξατε τη διατύπωση; «Με την ιστορική πορεία που πήραν τα πράγματα», η Ευρώπη π.χ. πέρασε τον Μεσαίωνα αλλά πέρασε και την Αναγέννηση) προτιμώ η Ελλάδα να βαδίζει μαζί με τις χώρες της Ευρώπης παρά με τη Βόρεια Κορέα, την Κίνα, το Βιετνάμ και την Κούβα.
Και αν θέλουμε εκτός από δίκαιοι και αντικειμενικοί να πούμε και την ιστορία ολόκληρη, το ελληνικό Κοινοβούλιο κύρωσε τη Συμφωνία Ένταξης εκτός του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ που ψήφισαν ΟΧΙ στην ένταξη. Άλλο που όταν λίγο μετά, το 1981, το ΠΑΣΟΚ έγινε Κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός πια Ανδρέας Παπανδρέου δεν έβγαλε ποτέ την Ελλάδα απ’ την ΕΟΚ…
Παρεμπιπτόντως, απ’ το σημείο να εντοπίζουμε πολιτικά λάθη (για μας τουλάχιστον) ως το να λέμε ότι το ΠΑΣΟΚ είναι εγκληματική οργάνωση, η απόσταση είναι χαώδης. Είπαμε την προηγούμενη φορά να ασκήσουμε κριτική και αυτοκριτική αλλά μην τρελαθούμε κιόλας!
Για μένα, για να είναι μια οργάνωση εγκληματική θα πρέπει sui generis (συγνώμη, δεν μπορούσα να βρω άλλη έκφραση) να είναι. Να κηρύττει π.χ. τη μισαλλοδοξία. Όχι επειδή κάμποσα λαμόγια επωφελήθηκαν απ’ το ΠΑΣΟΚ για να τ’ αρπάξουν να πούμε ότι το ΠΑΣΟΚ ήταν ή είναι εγκληματική οργάνωση.
Συνεχίζεται…

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

Μπορεί η Ελιά να «πιάσει» στην Ελλάδα; (Μέρος ΙΙ)


Το θέμα της (ανα)συγκρότησης της ελληνικής Κεντροαριστεράς έχει τεθεί καιρό τώρα αλλά έχει επανέλθει πρόσφατα στο προσκήνιο με ένα κείμενο-προσκλητήριο 58 προσωπικοτήτων που προτείνει τη δημιουργία ενός ενιαίου φορέα στον χώρο της Κεντροαριστεράς που θα στεγάσει όλες εκείνες τις συλλογικές μορφές και τους πολίτες που δεν αναγνωρίζονται ούτε στη δεξιά ούτε στη νεοκομμουνιστική-εθνολαϊκιστική αριστερά, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Είναι αλήθεια ότι εγώ ο ίδιος είχα γράψει εδώ ότι «Ο δικομματισμός πέθανε, ζήτω ο διπολισμός».  Εννοούσα τότε τον διπολισμό Ευρωπαϊστές – Αντιευρωπαϊστές.

Αυτός είναι στην ουσία ο νέος διπολισμός σήμερα άσχετα που κανένας από τους «Αντιευρωπαϊστές» δεν λέει ότι είναι ενάντια στην Ευρώπη.

Και επιπλέον, αν ως κριτήριο βάλουμε το «Ανήκουμε στην Ευρώπη και την Ε.Ε. χωρίς καμιά υποχρέωση, μόνο με δικαιώματα», κανένας δεν είναι Αντιευρωπαϊστής (ίσως μόνο οι Κομμουνιστές να εξακολουθήσουν να είναι), όλοι θα είναι Ευρωπαϊστές.

Νομίζω όμως ότι αυτός ο διπολισμός, αν και υφίσταται τώρα και μάλιστα οξυμμένος, είναι πρόσκαιρος και θα είναι παροδικός.
Προσωπικά πιστεύω ότι με την έξοδο από την κρίση (ε, δεν θα βγούμε κάποια στιγμή;) θα ανακύψουν άλλες ανάγκες και ζητήματα που υπάρχουν σε κάθε ισορροπημένη και προηγμένη κοινωνία, θα επανέλθουν αέναα ερωτήματα όπως ποιος θα πρέπει να είναι τελικά ο ρόλος του Κράτους, πως μπορούν να αμβλυνθούν οι κοινωνικές ανισότητες, πως μπορούν να ενσωματωθούν στην κοινωνία άτομα και ομάδες που ζουν στο περιθώριό της κ.α.
Και τότε θα το σημερινό δίπολο που βασίζεται εν πολλοίς στη διαφορετική αντίληψη για τον τρόπο εξόδου απ’ την κρίση (αν και για μένα ο δρόμος για την έξοδο απ’ την κρίση είναι μόνο ένας και απαιτεί πολλές θυσίες, δεν υπάρχει δυστυχώς άλλος δρόμος) δεν θα είναι επαρκές να δώσει απαντήσεις και λύσεις.
Τότε είναι που θα χρειαστούν πόλοι, όπως η Κεντροαριστερά, που θα μπορούν να δώσουν πειστικές απαντήσεις.
Και αν το ζήτημα του σχηματισμού ενός ευρύτερου σχηματισμού-φορέα στην Κεντροαριστερά έτυχε θετικής υποδοχής από πολύ κόσμο (διάβαζα ότι το 37% των πολιτών βλέπει θετικά ένα τέτοιο εγχείρημα) και τον πρόεδρο του ΠΑ.ΣΟ.Κ., Ευάγγελο Βενιζέλο, ερωτήματα προκαλεί η επιφυλακτικότητα του προέδρου της ΔΗΜ.ΑΡ., Φώτη Κουβέλη (γιατί αυτά είναι τα μεγαλύτερα πολιτικά  κόμματα εντός του Κοινοβουλίου που μπορούν να διαμορφώσουν τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά - υπάρχουν όμως και άλλοι πολιτικοί σχηματισμοί και προσωπικότητες που μπορούν να συνδιαμορφώσουν τις εξελίξεις), σε σημείο που αν δεν παρακολουθούσα την πορεία του θα την αποκαλούσα αγκύλωση και καιροσκοπισμό.
Επισήμως, απ’ ότι άκουσα λίγο στις δηλώσεις του, αν δημιουργηθεί ένας νέος πόλος τότε αυτός θα πρέπει να μην ταυτίζεται με το σημερινό δίπολο Κυβέρνηση-Αντικυβέρνηση (Αντιπολίτευση) και επομένως αφού το ΠΑ.ΣΟ.Κ. συμμετέχει στη σημερινή Κυβέρνηση, αποκλείεται η συνεργασία μαζί του για τη δημιουργία οποιουδήποτε νέου πολιτικού φορέα.
Ναι, μόνο που η σημερινή συγκυβέρνηση είναι πολύ ιδιαίτερη και η Κυβέρνηση αυτή είναι στην εθνικής ανάγκης.
Ο ίδιος ο Φώτης Κουβέλης δεν αγωνιούσε για την ανάγκη να κυβερνηθεί η χώρα μετά τις εκλογές του Μαΐου του 2012; Και προς τιμήν του, δεν δέχθηκε να συμμετάσχει η ΔΗΜ.ΑΡ. στην Κυβέρνηση μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 2012, αν και αυτό δεν απαιτούνταν για να έχει την πλειοψηφία στη Βουλή;
Ανεπισήμως, φαντάζομαι ο Φώτης Κουβέλης δεν θέλει η ΔΗΜ.ΑΡ. να «άρει» τις παλιές αμαρτίες του ΠΑ.ΣΟ.Κ. συμπορευόμενη μαζί του.
Εδώ τώρα είναι η ώρα για κριτική και για αυτοκριτική!
Και ποιος θέλει να άρει αυτές τις αμαρτίες; Υπάρχει ένας πολύ μεγάλος αριθμός ανθρώπων (θα βάλω και τον εαυτό μου μέσα και εδώ έγκειται η αυτοκριτική) που θεωρούν ότι τελικά η ανατροπή που έφερε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. του Ανδρέα Παπανδρέου, η Αλλαγή όπως έλεγε και ο ίδιος, δεν ήταν παρά αλλαγή προσώπων και όχι εφαρμογή δικαιοσύνης.
Αντικαταστάθηκε το Κράτος στο οποίο την εξουσία είχαν «ο παπάς, ο δάσκαλος και ο χωροφύλακας του χωριού» με το Κράτος στο οποίο την εξουσία είχε ο πρόεδρος της τοπικής οργάνωσης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στο μικρότερο χωριό. Σαν την «Φάρμα των Ζώων» του Όργουελ, όπως συνηθίζω να λέω.
Εγώ ήμουν τότε μικρός και να πω την αλήθεια δεν θυμάμαι πως ήταν τα πράγματα πριν το ΄81, ούτε λίγο μετά. Μου έχουν μιλήσει όμως άνθρωποι που θεωρώ αντικειμενικούς και έχω διαβάσει και ο ίδιος σχετικά.
Πιστεύω ότι οφείλουμε να δούμε ένα τουλάχιστον θετικό πράγμα σ’ αυτήν την καταστροφή που ονομάζουμε «κρίση». Ότι μπορεί να ειδωθεί και σαν Κολυμβήθρα του Σιλωάμ για πολλά πράγματα και καταστάσεις.
Και τα μίζερα τωρινά εκλογικά ποσοστά του ΠΑ.ΣΟ.Κ. μπορεί να είναι και ένα είδος κάθαρσης τελικά για τις παλιές του αμαρτίες.
Τέλος

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2013

Μπορεί η Ελιά να «πιάσει» στην Ελλάδα; (Μέρος Ι)


Φυσικά το ερώτημα δεν αφορά το ελαιόδεντρο. Αυτό προφανώς και μπορεί να φυτρώσει, να μεγαλώσει και να αποδώσει στην Ελλάδα.
Άλλωστε, σύμφωνα με μια θεωρία, το ελαιόδεντρο σε άγρια μορφή πρωτοεμφανίστηκε στην Ελλάδα το 12000 π.Χ. και από δω εξαπλώθηκε αρχικά σε όλη την ανατολική Μεσόγειο.
Και, παρεμπιπτόντως, η Ελλάδα είναι η τρίτη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσμο και, απ’ ότι λένε, η ποιότητα του ελληνικού ελαιόλαδου βρίσκεται στην πρώτη θέση.
Λέω σήμερα να πολιτικολογήσω και να ασχοληθώ με ένα θέμα που μ’ ενδιαφέρει πολύ και πρόσφατα βρέθηκε και στην επικαιρότητα: την προοπτική της ελληνικής Κεντροαριστεράς.
Ξέρω ότι το θέμα αυτό δεν θα ενδιαφέρει πολλούς απ’ όσους με διαβάσουν γι’ αυτό και θέλω να ζητήσω προκαταβολικά συγνώμη γι’ αυτή την κατάχρηση.
Καταρχάς να πω ότι προτιμώ τον όρο Σοσιαλδημοκρατία, την προοπτική μιας ελληνικής Σοσιαλδημοκρατίας λοιπόν.
Και γιατί προτιμώ τον όρο «Σοσιαλδημοκρατία»;
Γιατί η Σοσιαλδημοκρατία ήταν ήδη απ’ τις αρχές του 20ου αι. ένα κίνημα που υποστήριζε τη δημιουργία μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας και οικονομίας απορρίπτοντας όμως την επανάσταση και άλλες παραδοσιακές ιδέες του Μαρξισμού, όπως η ταξική πάλη π.χ. Αντί της πάλης των τάξεων οραματιζόταν μια συνεννόηση, ας την πούμε, των τάξεων.
Οι κοινωνικές τάξεις υπήρχαν και θα υπάρχουν ούτως ή άλλως υπό τις παρούσες συνθήκες. Οι αταξικές κοινωνίες είναι καθαρά ουτοπικές θεωρητικές συλλήψεις όσο και αν προσπάθησαν στις κοινωνίες του υπαρκτού σοσιαλισμού να κάνουν ίση κατανομή της φτώχειας. Απ’ την άλλη ο καπιταλισμός έχει το μόνιμο ελάττωμα να κατανέμει άνισα τον πλούτο.
Και επειδή η διάκριση των κοινωνικών στηρίζεται στον πλούτο (τα υπόλοιπα, ισχύς, εκπαίδευση κ.λπ. πηγάζουν απ’ αυτόν), άρα;
Επανέρχομαι. Οι θέσεις των Σοσιαλδημοκρατών ήταν πιο μετριοπαθείς και οι μεταρρυθμίσεις (ο ρεφορμισμός και ας ηχεί άσχημα σε μερικούς η λέξη) θεωρούνται ο επιθυμητός δρόμος προς την επίτευξη του σοσιαλισμού.
Οι μεταρρυθμίσεις σε κάθε είδους κοινωνία, όχι μόνο στις ήδη «σοσιαλιστικές». Αν και, εδώ που τα λέμε, η μαρξιστική ανάλυση δεν έχει τίποτα να κάνει με αυτά που συνέβησαν στις χώρες όπου εφαρμόστηκε στην πράξη και δεν θα πρέπει να κατηγορούμε τον Μαρξ γι’ αυτό. Είναι, όπως είπε κάποιος, σαν να κατηγορούμε τον Χριστό για την Ιερά εξέταση.
Η σοσιαλδημοκρατική αντίληψη για το σοσιαλισμό είναι αυτή ενός συνόλου πολιτικών και ηθικών αξιών, όπως η αλληλεγγύη, η ισότητα και η άνευ όρων υποστήριξη για τη φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Πάλι κάμποσοι μπορεί να δυσανασχετήσουν ακούγοντας για φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία. Είναι νομίζω που πολλοί την ταυτίζουν με το «Αστικό Κράτος» και αυτό με τη σειρά του το ταυτίζουν με το Κράτος των διακρίσεων και των ανισοτήτων.
Μέγα λάθος γιατί οι στόχοι της Σοσιαλδημοκρατίας είναι ακριβώς οι αντίθετοι όπως έγραψα παραπάνω. Και πάνω απ’ όλα είναι το Κράτος πρόνοιας.
Εδώ στην Ελλάδα έχει επικρατήσει να θεωρείται ως πρότυπο συνεργασίας δυνάμεων της Κεντροαριστεράς ο Συνασπισμός της Ελιάς, που δημιουργήθηκε στην Ιταλία το 1995 από ένα σύνολο κομμάτων και κινημάτων της Κεντροαριστεράς και της Οικολογίας.
Πρώτος πρόεδρος του Συνασπισμού της Ελιάς υπήρξε ο Ρομάνο Πρόντι (που έκανε και πρωθυπουργός της Ιταλίας) ενώ Γενικός Γραμματέας εξελέγη ο τότε δήμαρχος της Ρώμης, Βάλτερ Βελτρόνι.
Σήμερα, συνέχεια του Συνασπισμού της Ελιάς στην Ιταλία αποτελεί το Δημοκρατικό Κόμμα που ιδρύθηκε το 2007.
Στην Ελλάδα λόγος γίνεται για τη δημιουργία ενός μεγάλου φορέα της Κεντροαριστεράς με βάση κυρίως τα κόμματα του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και της ΔΗ.ΜΑΡ.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτά. Εν πάση περιπτώσει, θα μιλήσουμε για την Κεντροαριστερά στην Ελλάδα αύριο.
Συνεχίζεται…

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Το νησί κάτω απ’ τη θάλασσα


Το νησί κάτω από τη θάλασσα είναι ένας τόπος όπου «υπάρχει πάντα μουσική, τα δέντρα λυγίζουν απ’ το βάρος των φρούτων, τα λαχανικά φυτρώνουν μόνα τους και τα ψάρια πηδάνε έξω απ’  το νερό και μπορείς να τα πιάσεις με τα χέρια». Εκεί πήγαιναν οι ψυχές των Αφρικανών σκλάβων που αποδημούσαν από αυτή τη ζωή.
Φαντάζομαι των σκλάβων που προέρχονταν από τη Δυτική Αφρική γιατί κάθε πολιτισμός, κοινωνία και θρησκεία, έχει το δικό της μοντέλο για την άλλη ζωή και, αν πάρουμε τη θετική εκδοχή, για τον παράδεισο.
Είναι κοινό όμως σε όλους τους πολιτισμούς η ζωή να θεωρείται μια στάση προς κάπου πολύ καλύτερα (μιλάμε πάντα για την θετική εκδοχή, τον παράδεισο, έτσι;).
Τελοσπάντων, σκοπός μου δεν είναι να φιλοσοφήσω σχετικά με την άλλη ζωή αν και θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν μας συμφέρει να υπάρχει, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που η δικιά μας θρησκεία τουλάχιστον θέτει.
Απλά θα ήθελα να μοιραστώ τις εντυπώσεις και τα συναισθήματα που έχω διαβάζοντας αυτές τις μέρες το μυθιστόρημα της Ιζαμπέλ Αλιέντε (Αγιέντε είναι το σωστό να προφέρεται) «Το νησί κάτω απ’ τη θάλασσα».
Καταρχάς, επειδή διαβάζω το βράδυ πριν κοιμηθώ, τα συναισθήματα είναι θετικά.
Υπάρχει, ξέρετε αυτό το συναίσθημα ότι «Τα καταφέραμε και σήμερα, τη βγάλαμε τη μέρα».
Αυτό δεν υπήρχε πριν τις 13/12/2009 που είχα εκείνη τη μεγάλη περιπέτεια με την υγεία μου.
Επιπλέον, νωρίς το βράδυ που πάω στο κρεβάτι είμαι αρκετά ξεκούραστος και με καλή διάθεση, άρα αυτό που κάνω εκείνη την ώρα δεν μπορεί παρά να γεννά θετικά συναισθήματα.
Μου άρεσε και παλιότερα το διάβασμα αλλά μου φαίνεται ότι δεν το ευχαριστιόμουν τόσο.
Γι’ αυτό κατέληξα ότι για να ευχαριστηθείς το διάβασμα θα πρέπει:
α) Να το κάνεις καλύτερα στο τέλος της μέρας που οι υποχρεώσεις σου έχουν τελειώσει. Ακόμα και να θέλεις να βγεις να πιεις έναν καφέ ή να σκέφτεσαι να πας για ψώνια μετά και αυτό υποχρέωση είναι (το ιδανικό είναι να είσαι και άρρωστος και να ξέρεις πως ούτως ή άλως δεν μπορείς να κάνεις και τίποτα μετά). Και,
β) Να έχεις πολύ χρόνο μπροστά και για να κοιμηθείς μετά και να μην «πιέζεσαι» να τελειώσεις το διάβασμα για να κοιμηθείς.
Εντάξει, η Ιζαμπέλ Αλιέντε μπορεί να μην είναι η αγαπημένη μου συγγραφέας, ανήκει όμως στο κλαμπ των πέντε πιο αγαπημένων.
Δεν θα έλεγα ότι με τρελαίνει το ύφος και το στιλ του γραψίματός της αλλά μ’ αρέσει πολύ η πλοκή στα μυθιστόρημά της.
Διαβάζεις για κάτι που δεν το ψειρίζει και πολύ και μετά αντιλαμβάνεσαι ότι αυτό το γεγονός είναι βασικότατο στο μυθιστόρημα. Σε μερικά μυθιστόρημά της μπερδεύεσαι στην αρχή και δεν μπορείς καν να καταλάβεις ποιος είναι ο πρωταγωνιστής.
Εν πάση περιπτώσει, το «Το νησί κάτω απ’ τη θάλασσα» αναφέρεται στην ιστορία μιας σκλάβας κατά το 1790 στην Αϊτή.
Να, αυτό με μπέρδευε γιατί έγραφε την Αϊτή, Άγιο Δομίνικο. Η Αϊτή και ο Άγιος Δομίνικος μοιράζονται το ίδιο νησί, η Αϊτή είναι στα δυτικά (προς την Αμερική) και ο Άγιος Δομίνικος στα ανατολικά (προς την Ευρώπη).
Μοιάζουν αρκετά φαντάζομαι, αλλά στην Αϊτή μιλάνε γαλλικά και στον Άγιο Δομίνικο ισπανικά. Παλιότερα όλο το νησί λεγόταν Άγιος Δομίνικος και αυτό ήταν που με μπέρδευε.
Τελοσπάντων, όπως έγραψα και παραπάνω, το βιβλίο αναφέρεται στη ζωή μιας σκλάβας, της Σαριτέ.
Την αγόρασε ένας γαιοκτήμονας, ο Τουλούζ Βαλμορέν, (που μέχρι τώρα δεν κατάλαβα αν τελικά είναι καλός ή κακός), απέκτησε μαζί του δύο παιδιά (στην περίληψη πίσω γράφει ότι η Σαριτέ έκανε τέσσερα παιδιά αλλά ως τώρα που το διάβασα έχει δύο), απέκτησε την ελευθερία της κ.λπ. κ.λπ.
Εμένα πάντως μου αρέσουν τα μυθιστορήματα που έχουν και ιστορικά στοιχεία και της Αλιέντε έχουν μπόλικα (ίσως τελικά γι’ αυτό μου αρέσουν τα βιβλία της).
Το τι τραβούσαν αυτοί οι φουκαράδες οι σκλάβοι δεν λέγεται. Το πρόβλημα όμως είναι ότι όταν οι άνθρωποι παλεύουν για την ελευθερία τους σπάνια κερδίζουν κάτι άλλο εκτός από καινούργιους αφέντες.
Για να μην τα πολυλογώ, σημασία έχει ότι μ’ άρεσε «Το νησί κάτω απ’ τη θάλασσα» και νομίζω θ’ αρέσει και σ’ όποιον από εσάς το διαβάσει.

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Τσε Γκεβάρα, ένας επαναστάτης από πεποίθηση (μέρος ΙΙ)


Ο Τσε δεν ήταν σαν τους σκλάβους (τους προλετάριους είπε ο Μαρξ) που δεν έχουν να χάσουν τίποτα εκτός από τις αλυσίδες τους
Ο Τσε είχε πράγματα να χάσει γι’ αυτό και τώρα ακόμα με συγκινεί και μου κεντρίζει το ενδιαφέρον.
Είχε στην Αργεντινή μια στρωμένη ζωή. Γεννήθηκε σε μια μεγαλοαστική οικογένεια και σπούδασε ιατρική. Και αν και έπασχε από πολύ μικρός από άσθμα (μάλιστα εξαιτίας της εύθραυστης υγείας του δεν παρακολούθησε κανονικά το σχολείο και έμαθε να γράφει και να διαβάζει απ’ τη μητέρα του) έζησε μια πολύ περιπετειώδη ζωή.
Δεν πολυνοιάστηκε για την ιατρική και δεν έκανε ποτέ την πρακτική που απαιτούνταν προκειμένου να εργαστεί σαν γιατρός.
Αντίθετα πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια στη Νότια και στην Κεντρική Αμερική, κατά τη διάρκεια των οποίων γνώρισε από κοντά τις κοινωνικές συνθήκες και είδε τη φτώχεια που επικρατεί σε πολλές λατινοαμερικανικές χώρες.
Μάλιστα ένα από τα ταξίδια του έγινε θρύλος και έγινε ως και ταινία («Ημερολόγια Μοτοσικλέτας»). Το έκανε το 1952 με έναν φίλο και τη μοτοσικλέτα του σε διάφορες χώρες της Νότιας Αμερικής.
Ε να, αυτό είναι που δεν καταλαβαίνω και λέω πως κάποιοι άνθρωποι είναι διαφορετικοί, πάει και τελείωσε. Σαν τι μηχανή να ήταν αυτή το 1952 (άσε που στην ταινία τα έφτυσε τελείως κατά τη διάρκεια του ταξιδιού) για να κάνεις τέτοιο ταξίδι; Τι δρόμοι; Και τι ασφάλεια;
Εδώ χρόνια ολόκληρα σκεπτόμουν ένα ταξίδι με μηχανή στην Ιταλία, με κλεισμένα ξενοδοχεία καθ’ οδόν, με σχεδιασμένη και γνωστή και την παραμικρή λεπτομέρεια απ’ το ίντερνετ και δεν τόλμησα ποτέ να το κάνω…
Με την επικράτηση της επανάστασης στην Κούβα (σχεδόν απ’ το μηδέν) είχε την ευκαιρία ν’ αρχίσει μια νέα ζωή αφού διορίστηκε υπουργός σε διάφορα υπουργεία.
Και πάλι όμως τον έτρωγε τα σαράκι της περιπέτειας και το 1965 πηγαίνει στο Κονγκό μαζί με άλλους Κουβανούς για να οργανώσει εκεί το αντάρτικο (το εγχείρημα θα αποτύχει παταγωδώς) και το 1967 μεταβαίνει στη Βολιβία, πάλι για να οργανώσει αντάρτικο με Βολιβιανούς που είχαν εκπαιδευτεί νωρίτερα στη Κούβα.
Εκεί θα μείνει μόνος, το Κομουνιστικό Κόμμα της Βολιβίας δεν τον υποστηρίζει, το αντάρτικο εκεί δεν θα καταφέρει να προσελκύσει τους φτωχούς βολιβιανούς αγρότες και η προσπάθεια θα αποτύχει.
Τελικά ο Τσε θα συλληφθεί μετά από μια μάχη και θα κρατηθεί στο χωριουδάκι Λα Ιγκέρα που λέγαμε.
Την καταδίωξη του Τσε στη Βολιβία παρακολουθούσε και η CIA (αυτό δεν αμφισβητείται). Υπάρχει μάλιστα και το όνομα του επικεφαλής της CIA για την επιχείρηση στη Βολιβία (Φέλιξ Ροδρίγκεζ).
Μετά από ανακρίσεις στο σχολείο του χωριού (το οποίο χωριό έλεγε η εκπομπή στην οποία άκουσα το τραγούδι που σας έλεγα χτες, έχει γίνει τουριστικός προορισμός από τότε), ο αιχμάλωτος Τσε θα εκτελεστεί από τον βολιβιανό στρατό, σαν σήμερα, στις 9 Οκτωβρίου 1967.
Μετά από όλα αυτά τι άλλο να πω;
Δεν μου αρέσουν οι επαναστάσεις που γίνονται «από μόδα», τις θεωρώ ιδεοληψίες αλλά δικαίως η φωτογραφία του Τσε υπάρχει σε πολλά νεανικά δωμάτια και το σύνθημά του Hasta la victoria siempre!”  («Ως τη νίκη για πάντα!») έχει σύμβολο των αγώνων για κοινωνική δικαιοσύνη.
Τέλος

Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2013

Τσε Γκεβάρα, ένας επαναστάτης από πεποίθηση (μέρος Ι)


Αν απορείτε για τον τίτλο, για μένα οι περισσότεροι γίνονται επαναστάτες από ανάγκη, γιατί δεν πάει άλλο η κατάσταση, συνήθως στη χώρα τους.
Υπάρχουν όμως και οι επαναστάτες «από πεποίθηση», μου έρχεται στο μυαλό ο Γκαριμπάλντι. (Η ζωή του δεν είναι και τόσο γνωστή στη χώρα μας, στα Τρίκαλα τον ξέρουμε περισσότερο σαν δρόμο και αυτό δεν είναι σαρκασμός)
Για τους επαναστάτες εκ πεποιθήσεως λοιπόν η αδικία δεν έχει σύνορα και δεν έχει σημασία που θα ανάψουν την επανάσταση, στη χώρα της ή σε άλλη.
Τέτοιος ήταν και ο Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, πασίγνωστος φυσικά ως Τσε Γκεβάρα, που σαν αύριο, το 1967 εκτελέστηκε, αν και αιχμάλωτος, σε ένα πολύ μικρό χωριό της Βολιβίας, τη Λα Ιγκέρα.
Το παρατσούκλι «Τσε», είχα διαβάσει σε μια βιογραφία του, του το κόλλησαν στο Μεξικό που ήταν τότε τόπος διαμονής πολλών εξόριστων Λατινοαμερικανών, Κουβανοί αντικαθεστωτικοί που γνώρισε εκεί επειδή τα αργεντινέζικα ισπανικά του τους φαίνονταν αστεία, σαν να ψεύδιζε «Τσε τσε τσε».
Αντίθετα στο νετ διάβασα ότι «Τσε» σημαίνει «Φίλος», πάλι στα αργεντινέζικα ισπανικά και επειδή ο ίδιος τους έλεγε συνέχεια «Τσε» και «Τσε», «Φίλε» και «Φίλε», στο τέλος του το κόλλησαν.
Γεγονός είναι όμως ότι «Τσε» δεν σημαίνει τίποτα στα κουβανέζικα ισπανικά.
Ο Τσε Γκεβάρα γεννήθηκε στις 14 Μαρτίου 1928 στο Ροσάριο της Αργεντινής (άλλο διάσημο τέκνο της πόλης αυτής είναι ο Λιονέλ Μέσι – άνευ άλλων συστάσεων), δηλαδή αν ζούσε θα ήταν σήμερα 85 ετών οπότε είναι ένας σύγχρονός μας μύθος.
Δεν μπορεί, θα έχετε δει αυτήν τη φωτογραφία του Τσε που υπάρχει και εδώ. Την τράβηξε ο Κουβανός φωτογράφος Αλμπέρτο Κόρντα το 1960 (συνεπώς ο Τσε ήταν τότε 32 ετών).
Είχα διαβάσει πριν πολλά χρόνια μία συνέντευξή του φωτογράφου σε μια ελληνική εφημερίδα που έλεγε ότι δεν φανταζόταν ποτέ την επιτυχία της φωτογραφίας αυτής και μάλιστα την είχε καταχωνιασμένη κάπου και τη δημοσίευσε πολλά χρόνια αργότερα! Ε λοιπόν, σύμφωνα με ένα περιοδικό τέχνης, η φωτογραφία αυτή είναι η πιο διάσημη φωτογραφία στον κόσμο και σύμβολο του 20ου αιώνα!
Σαν πραγματικός μύθος που είναι ο Τσε, έχουν γραφεί και τραγούδια γι’ αυτόν. Θα έχετε ακούσει το “Che Guevara” του Λοΐζου, τραγουδημένο απ’ τον Παπακωνσταντίνου.
Εμένα πάντως μ’ αρέσει το “Hasta Siempre της Nathalie Cardone. Το τραγούδι αυτό το είχα ακούσει σε μια εκπομπή στην τηλεόραση πριν πολλά χρόνια και μου άρεσε πολύ αλλά δεν ήξερα πως το λένε. Το ανακάλυψα τυχαία  χρόνια αργότερα.
Μικρότερος γοητευόμουν από επαναστάσεις και επαναστάτες και  διάβασα αρκετά και για τον Τσε.
Όσο για τώρα, τι να πω… Κάποιος είπε ότι επαναστάσεις είναι οι περίοδοι εκείνοι που οι φτωχοί δεν είναι βέβαιοι για το δίκιο τους, οι πλούσιοι για την περιουσία τους και οι αθώοι για το κεφάλι τους. Αναμπουμπούλα και δεν μπορείς να μείνεις και ουδέτερος. Αλίμονό σου…
Ο Όργουελ πολέμησε με τους Δημοκρατικούς στο Ισπανικό Εμφύλιο, άρα κάτι θα ήξερε παραπάνω. Έγραψε λοιπόν, έστω αλληγορικά, στη «Φάρμα των Ζώων» ότι συνήθως εκείνο που αλλάζει με μια ανατροπή είναι ο καταπιεστής. Αλλά η καταπίεση παραμένει.
Πως το είπε ο Μπακούνιν; Οι αληθινοί επαναστάτες είναι εκείνοι που δεν έχουν να χάσουν τίποτε.
Η περίπτωση όμως του Τσε είναι διαφορετική.
Συνεχίζεται…

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Το Περιβόλι της Παναγίας (μέρος ΙΙΙ)


Η Μονή Γρηγορίου είναι κατά κάποιο τρόπο η αγαπημένη μου. Θες επειδή είναι παραθαλάσσια και η πρόσβαση εκεί είναι εύκολη, θες επειδή από αυτό το μοναστήρι έχω τις περισσότερες αναμνήσεις, γεγονός ότι απ’ όλα τα μοναστήρια που πήγα στο Άγιο Όρος, η Μονή Γρηγορίου μου είναι το πιο οικείο.
Η μοίρα θέλησε να είναι αυτό το μοναστήρι στο οποίο κατεβήκαμε την πρώτη φορά που πήγα εκεί και επειδή μ’ αρέσει ν’ ακολουθώ την πεπατημένη και να πάω στα σίγουρα, ξαναπήγα εκεί στο επόμενο ταξίδι μου στο Άγιο Όρος το 2007.
Είναι πολύ όμορφα εκεί. Τα καραβάκι πιάνει σε ένα μικρό λιμανάκι σ’ έναν ορμίσκο. Όπως κατεβαίνεις, δεξιά είναι το κυρίως μοναστήρι, με τους ναούς του, τους ξενώνες και τα άλλα βοηθητικά κτίρια και αριστερά άλλοι ξενώνες (οι παλιοί μάλλον), ξεκομμένοι απ’ το κυρίως μοναστήρι. Εγώ έμεινα και στους δύο ξενώνες.
Ανάμεσα, μπροστά στο λιμανάκι, ήταν τσιμεντοστρωμένο και τα βράδια κάθονταν εκεί μοναχοί ανακατεμένοι με επισκέπτες. Άλλοι συζητούσαν σε παρέες, άλλοι ψάρευαν και άλλοι απλά κάθονταν εκεί και ονειροπολούσαν μόνοι τους. Ήταν πολύ ωραία και ειρηνικά…
Και το 2008 ήθελα να πάω εκεί αλλά ήταν πλήρες και έτσι πήγαμε στη Μονή Ξενοφώντος και τη Μεγίστης Λαύρας (μαζί με τη Μονή Διονυσίου είναι τα μοναστήρια που έχω επισκεφτεί και φαίνονται στην πάνω, τη μεσαία και την κάτω φωτογραφία αντίστοιχα).
Το 2002 πάντως, μπορεί να ήταν «γεμάτοι», μπορεί να παραξενεύτηκαν που αφού διάβασαν τα ονόματα των επισκεπτών και τους πήγαν όλους στα δωμάτιά τους είδαν ότι δύο φουκαράδες που δεν ήταν πουθενά γραμμένοι έμειναν στο τέλος, αλλά δεν μας άφησαν έτσι.
Μας βόλεψαν σε ένα δωμάτιο μαζί με κάποιον άλλον και αυτό ήταν…
Πολύ βασικό στο Άγιο Όρος είναι ν’ ακολουθείς, όσο μπορείς, το πρόγραμμα του κάθε μοναστηριού, να πας στις λειτουργίες που κάνει ακόμα και αν δεν είσαι φανατικός με την εκκλησία και τις λειτουργίες και γενικά ν’ «αφήνεσαι» στο πνεύμα του μέρους αυτού.
Είναι ένας μοναδικός τόπος στ’ αλήθεια και εκεί αποτοξινώνεσαι απ’ τις σύγχρονες ανέσεις που τελικά μας έχουν γίνει ανάγκες.
Βοηθάει πολύ και το ότι εκεί δεν έχεις κάποιο πρόγραμμα και πράγματα να κάνεις ενώ «έξω» ακόμα και ένα ελεύθερο απόγευμα κάτι θα έχεις προγραμματίσει να κάνεις.
Ακόμα και αν έχεις να πας για ψώνια ή στο καφενείο, δεν αισθάνεσαι τελείως ελεύθερος, χωρίς καθόλου υποχρεώσεις.
Άκουσα από πολλούς ότι πρέπει να ξυπνάς πολύ πρωί, πρέπει ν’ ακολουθείς το πρόγραμμα του μοναστηριού και άλλα τέτοια.
Μύθοι. Θέλεις να κοιμάσαι όλη μέρα στο δωμάτιό σου; Κανένας δεν σε ενοχλεί.
Το φαγητό πιθανώς να είναι ένα ζήτημα για κάποιους γιατί στο Άγιο Όρος τρώνε πολύ πολύ νωρίς μεσημεριανό και βραδινό (πρωινό ούτε που ρώτησα γιατί υπέθεσα ότι θα τρώνε πριν ξημερώσει).
Η εμπειρία εκεί με δίδαξε ότι καλό θα είναι ο επισκέπτης να έχει μαζί κάτι φαγώσιμο, καμιά πίτα π.χ. Α, και καφέ, ιδίως αν δεν μπορεί χωρίς νεσκαφέ.
Κάτι άλλο στο οποίο κατέληξα είναι ότι μάλλον δεν ισχύει αυτό που λέγεται πολλές φορές ότι οι περισσότεροι πάνε μοναχοί στο Άγιο Όρος γιατί έχουν προβλήματα, π.χ. τους κυνηγάει η εφορία ή τους τυραννάει η γυναίκα τους.
Μπα, κι αυτό μύθος πρέπει να είναι. Η ζωή εκεί είναι τόσο «βαριά» που το ίδιο το Άγιο Όρος σε «αποβάλλει».
Καλή και άγια η ηρεμία και η απομόνωση αλλά εγώ δεν άντεχα εκεί πάνω από 2-3 μέρες. Γι’ αυτό νομίζω ότι πρέπει να πιστεύεις πολύ αυτό που κάνεις για να γίνεις μοναχός εκεί (και οπουδήποτε αλλού φαντάζομαι).
Επειδή, τελικά, σκοπός της θρησκείας δεν πρέπει να είναι να πάει τον άνθρωπο στον ουρανό αλλά να γαληνέψει τον άνθρωπο και να φέρει τον ουρανό μέσα του, νομίζω ότι το Άγιο Όρος είναι ο ιδανικός τόπος για να γίνει πραγματικότητα ο σκοπός αυτός της θρησκείας.
Τέλος

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2013

Το Περιβόλι της Παναγίας (μέρος ΙΙ)


Το 2002 λοιπόν επισκέφτηκα για πρώτη φορά το Περιβόλι της Παναγίας. Δεν ήξερα και πολλά πράγματα για το Άγιο Όρος αλλά μιας και βρισκόμουν εκεί κοντά είπα να το επισκεφτώ για «να δω πως είναι».
Ήταν θυμάμαι, η παραμονή του τελικού του μουντιάλ της Ιαπωνίας/Ν. Κορέας, άρα πρέπει να ήταν 29 Ιουνίου του 2002 όταν πήρα μ’ έναν φίλο απ’ το χωριό το καραβάκι απ’ την Ουρανούπολη για το Άγιο Όρος.
Η Ουρανούπολη είναι ένα τουριστικό χωριουδάκι και θα μπορούσε να μοιάζει με οποιοδήποτε άλλο τουριστικό μέρος στη χώρα μας.
Πολλά Rooms to let, μαγαζάκια με κάρτες, μαγνητάκια και άλλα αναμνηστικά απ’ έξω, ταβέρνες και καφετέριες όπου κάθονταν πολλοί κατακόκκινοι απ’ τον ήλιο ξανθοί ή ανοιχτόχρωμοι τελοσπάντων ξένοι (που μάντευες ότι οι περισσότεροι ήταν από χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ – ομόδοξοι γαρ) όλοι κάποιας ηλικίας.
Η πιάτσα ήταν κοντά στο λιμανάκι και εκεί υπήρχαν κάμποσες καφετέριες με πέργολες και απέναντί τους (τα χώριζε ένα μικρό πλακόστρωτο δρομάκι) υπήρχαν μερικά μαγαζάκια με τουριστικά είδη.
Θα μπορούσε λοιπόν να μοιάζει με οποιοδήποτε άλλο τουριστικό χωριουδάκι στη χώρα μας αν δεν έβλεπες παντού ανθρώπους με καλογερίστικα ράσα.
Πολλοί μοναχοί κατέβαιναν στην Ουρανούπολη για δουλειές των μοναστηριών τους και επίσης πολλοί περιφέρονταν εκεί πουλώντας κομποσκοίνια, σταυρουδάκια και εικονίτσες και όλοι αυτοί, μαζί με τους επισκέπτες των μοναστηριών, μαζεύονταν στις καφετέριες κοντά στο λιμάνι όπου ο ελληνικός καφές είχε την τιμητική του.
Αλήθεια αναρωτήθηκε κανείς γιατί οι μοναχοί πίνουν ελληνικό καφέ και γιατί στα μοναστήρια δίνουν πάντα, μαζί με το λουκουμάκι, ελληνικό καφέ και όχι νες π.χ.; Εγώ πάντως δεν ξέρω. Αν το κάνουν γιατί τους αρέσει εντάξει, αλλά αν το κάνουν γιατί θεωρούν το αντίθετο σκανδαλισμό είναι ανόητο…
Όπως έμπαινες στο καραβάκι, ένας λιμενικός τσεκάριζε τα διαμονητήρια των επισκεπτών. Όπως λοιπόν του το έδινα, παφ, το παίρνει ο αέρας και πέφτει στη θάλασσα. Τώρα;
Οπότε παίρνω ένα καλάμι ψαρέματος από έναν επισκέπτη (που προφανώς ήθελε να συνδυάσει το προσκύνημα με το χόμπι του) και… το ψαρεύω. Ήταν γραφτό φαίνεται να κάνω εκείνο το ταξίδι.
Πήραμε το καραβάκι και ξεκινήσαμε.
Τι να σας πω για το τι ένιωσα; Δεν περιγράφεται εύκολα. Εγώ γενικά είμαι «δύσκολος» άνθρωπος, δεν με αγγίζουν εύκολα οι εικόνες που βλέπω.
Αλλά εκεί, στο Άγιο Όρος, με το που ξεκινάει το καραβάκι καταλαβαίνεις ότι μπαίνεις σε άλλο κόσμο και ηρεμείς. Και δεν έχει να κάνει με την ηρεμία που δίνει πολλές φορές η θάλασσα γιατί πήγα στο Άγιο Όρος και με κακό καιρό, ψιλόβροχο, τον ουρανό μολύβι πάνω και τη θάλασσα γκρίζα γύρω, αλλά το αίσθημα αυτό της ηρεμίας ήταν το ίδιο.
Σκέφτομαι πολλές φορές, ακόμα και τώρα, πόσο «μαγικά» θα είναι εκεί τον χειμώνα, στο δωματιάκι σου με τη σόμπα και έξω να σφυρίζει ο αέρας. Κάπως έτσι νιώθεις πιο κοντά στον Θεό, έτσι αισθάνομαι εγώ τουλάχιστον.
Η χερσόνησος του Άθω είναι διαφορετική από τις άλλες δύο της Χαλκιδικής. Με το που ξεκίνησε το καραβάκι μέχρι το τέρμα το μέρος ήταν άγονο, βραχώδες και ορεινό. Έτσι φαίνονταν απ’ το καράβι δηλαδή γιατί μου είπαν ότι παραμέσα υπάρχουν μεγάλα δάση. Δέντρα υπήρχαν και κοντά στην ακτή αλλά μην φανταστείτε τίποτα πυκνά δάση.
Αρχίσαμε να περνάμε μοναστήρια και «αρσανάδες» (έτσι λέγονται τα λιμανάκια που έχουν τα μοναστήρια που είναι μακριά απ’ τη θάλασσα).
Περισσότερο μ’ εντυπωσίασε η Μονή Παντελεήμονος, το ρωσικό μοναστήρι. Όπως όλα σχεδόν τα μοναστήρια του Αγίου Όρους, είναι σαν ένα μικρό χωριό και εκείνο που το κάνει διαφορετικό είναι οι πράσινοι τρούλοι του. Εκεί βρίσκεται και η μεγαλύτερη καμπάνα του Αγίου Όρους.
Στο μεταξύ είχα αρχίσει να τηλεφωνώ σε διάφορα μοναστήρια αν μπορούσαν να μας φιλοξενήσουν γιατί έτσι πρέπει να κάνει ο επισκέπτης όπως έγραψα στο πρώτο μέρος.
Τα τηλέφωνα υπήρχαν πάνω στο διαμονητήριο αλλά όλα τα μοναστήρια στα οποία τηλεφώνησα μου είπαν πως ήταν γεμάτα και δεν μπορούσαν να μας δεχτούν.
Τώρα; Τι κάνουμε;
Στη μέση περίπου της χερσονήσου (μιλάμε πάντα για την πλευρά μέσα στον κόλπο, όχι έξω στο Αιγαίο) είναι η Δάφνη.
Τη Δάφνη δεν θα την έλεγες ούτε χωριό, εκεί βρίσκεται ένα τελωνείο, μερικά καφενεδάκια και λίγα μαγαζάκια με θρησκευτικά μικροείδη και αναμνηστικά.
Εκεί κατεβήκαμε για λίγο και μπροστά στον φόβο να μείνουμε άστεγοι το βράδυ, λέω στον συνοδοιπόρο μου «Κουστούλια, στο επόμενο μοναστήρι κατεβαίνουμε και ας μην μας περιμένουν».
Το επόμενο μοναστήρι όμως απ’ τη Δάφνη είναι της Σίμωνος Πέτρα. Και μόνο που το έβλεπες πάνω στο βουνό κουραζόσουν, όχι να ανέβεις εκεί πάνω με τα πόδια (είναι όμως εντυπωσιακό, ε;).
Επειδή από παλιά δεν φημιζόμουν για τη ροπή μου προς τη σωματική άσκηση και το βάδισμα, γυρνάω στον Κουστούλια και αναθεωρώ «…δηλαδή όταν λέμε επόμενο εννοούμε το επόμενο του επόμενου».
Και για να μην υπάρχει περίπτωση να αναθεωρήσω πάλι κατεβήκαμε στη μπουκαπόρτα οπότε δεν μπορούσαμε να δούμε πως ήταν το μοναστήρι που ακολουθούσε.
Και κάπως έτσι, όταν το καραβάκι έπιασε στον αρσανά και έπεσε η μπουκαπόρτα βρεθήκαμε στη Μονή Γρηγορίου (φωτογραφία).
Συνεχίζεται…