Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

Η Μυτιλήνη που γνώρισα (μέρος 6ο & τελευταίο)

Όπως ανέβαινες και ήσουν περίπου στο μέσο του γηπέδου, στα δεξιά σου κατέβαινε η Ηλία Βενέζη.
Και το τονίζω ότι κατέβαινε γιατί κάποια νύχτα στο 2ο έτος είχα εκεί ένα δυσάρεστο περιστατικό όταν θέλησα, πολύ λογικά σκεπτόμενος, να αποφύγω να κάνω ολόκληρο κύκλο και μπήκα με το παπάκι αντίθετα στον μονόδρομο.
Για κακή μου τύχη όμως έπεσα πάνω σε ένα περιπολικό που κατέβαινε και για χειρότερή μου τύχη οι επιβαίνοντες αστυνομικοί ήταν εμφανώς υπό την επήρεια αλκοόλ.
Οπότε δυστυχώς υπέστησα μια σχετική «κακομεταχείριση». Ταραγμένος μετά το συμβάν πήγα στο υπόγειο που έμενε ο Πούλιος στην Ηλία Βενέζη με τον Γιάννη τον Μήτρου (τι σπίτι κι εκείνο!), και, δεν θυμάμαι πως, αλλά βρέθηκε εκεί και ο Σπύρος.
Ο οποίος Σπύρος μόλις άκουσε για το συμβάν, ξεκίνησε να γράφει μια καταγγελία προς την Ελευθεροτυπία, την οποία όμως δεν τελείωσε ποτέ εξαιτίας μιας μικρής λεπτομέρειας στην αφήγηση μου που δεν είχε γίνει ακριβώς έτσι. Και τελικά η μικρή λεπτομέρεια ζύγισε περισσότερο από ολόκληρο το συμβάν και η επιστολή δεν στάλθηκε ποτέ.
Στη γωνία της Ηλία Βενέζη με τη Θεοφίλου Χατζημιχαήλ (;) υπήρχε η φοιτητική Λέσχη που λειτούργησε τον 1ο χρόνο των σπουδών μας!
Στην πραγματικότητα ήταν ένα καταθλιπτικό ημιυπόγειο αλλά εκεί βρίσκαμε τους φίλους μας απ’ τη σχολή οπότε είχε μεγάλη συμβολική αξία. Θυμάμαι εκεί ήταν που έπεσε σαν κεραυνός η είδηση «Πέθανε ο Στράτος (και παρέλυσε το Κράτος)».
Και πρακτική σημασία είχε δηλαδή, γιατί εκεί τρώγαμε τσάμπα. Το μεγάλο μου πρόβλημα όμως ήταν ότι η Λέσχη ήταν μακριά απ’ την Πάνω Σκάλα που έμενα (στο 1ο έτος δεν είχα το παπάκι ακόμα) οπότε πολλά βράδια βαριόμουν να πάω ως εκεί και την έβγαζα με γύρους, κυρίως απ’ τον «Παράσχο» (ρε πως τρώγαμε τότε τρεις γύρους και τώρα δεν μπορούμε ούτε έναν;).
Εκείνοι όμως που έμεναν κοντά ήταν ο Σπύρος και ο συγκάτοικός του ο Κώστας. Θυμάμαι ότι η Λέσχη είχε παράθυρα στο ύψος της Θ. Χατζημιχαήλ (αφού όπως είπαμε ήταν ημιυπόγεια) και καταλάβαινα αμέσως τον Σπύρο και τον Κώστα απ’ τα πόδια τους, αφού και οι δύο είχαν πολύ χαρακτηριστικό περπάτημα.
Ο Σπύρος είχε μαζί του πολλές φορές ένα μπολ, προφανώς για να ταΐσει κάποιο θηλυκό πουλάκι που η φωλιά του ήταν μακριά, ο δε Κώστας ήταν μία πολύ χαρακτηριστική φιγούρα.
Ερασιτέχνης μπουζουκτσής, πολύ αδύνατος και πολύ νευρικός. Για τους φίλους δεν ήταν «Κώστας» αλλά «Κώτσιος» εξαιτίας της έφεσής του να κολλάει επιφωνήματα τύπου «Ούι» και «Όι»  στις φράσεις του (κατάλοιπο μάλλον της καταγωγής του από ένα χωριό των Τζουμέρκων).
Δεν ήταν κακό παιδί αν και εξαιτίας της πρώτης του ιδιότητας (του ερασιτέχνη μπουζουκτσή) είχε πολλές εντάσεις με τον συγκάτοικό του, που δεν εκτιμούσε προφανώς και πολύ τη λαϊκή μουσική.
Ο Κώτσιος λοιπόν, ήταν από τους πιο τακτικούς συμμετέχοντες στο άθλημα της χαρτοπαιξίας. Ξεκινήσαμε από την αθώα δηλωτή και καταλήξαμε στο σκληρό πόκερ με αρχικό ποτ (τότε έμαθα τον όρο) 20 δρχ (πάλι δεν είμαι 100% σίγουρος).
Άλλοι συμμετέχοντες ήταν ο Σπύρος (μάλλον συγκαταλέγεται στους χαμένους), ο Πούλιος (μάλλον συγκαταλέγεται στους κερδισμένους – μ’ εκνεύριζε αφάνταστα όταν έκανα μπλόφα και με καταλάβαινε), ο Μανώλης (κοτόπουλο για ξεπουπούλιασμα λόγω μη έφεσης στα τυχερά παιχνίδια, κοινώς ασχετοσύνης), ο Σταύρος (άλλο κοτόπουλο αλλά λόγω ανορθόδοξου παιξίματος αυτός), ο Βασίλης ο Πρέζας (είναι ερωτηματικό το αν συγκαταλέγεται στους κερδισμένους ή στους χαμένους), ο Χρήστος ο Τσαρδακάς (και αυτός πολύ νευρικός και σαν παίχτης και σαν άνθρωπος), ο Πάρης (ο στιλάτος χαρτοπαίχτης) και ο Γιάννης ο Μήτρου (αυτός το χόντραινε πολύ).
Το πόκερ κατέχει ένα ξεχωριστό μέρος στις αναμνήσεις απ’ τα φοιτητικά χρόνια.
Πολλές φορές αρχίζαμε «για καμιά ωρίτσα» το μεσημέρι και τελειώναμε τα ξημερώματα της άλλης μέρας!
Η μπαρμπουτιέρα αρχικά στεγάζονταν στο διαμέρισμα του Σπύρου και του Κώτσιου και όταν χώρισαν τα τσανάκια τους, μας περιμάζεψε ο Σπύρος στο καινούριο του διαμέρισμα, ένα ημιυπόγειο στη Θ. Χατζημιχαήλ.
Ο Σπύρος ήταν (είναι) άψογος οικοδεσπότης και το διαμέρισμα ήταν πάντα τακτοποιημένο. Ο δε φραπές ήταν ανά πάσα στιγμή διαθέσιμος εκεί.
Μόνο μια φορά δημιουργήθηκε ένταση και η αιτία ήμουν εγώ που, τελειώνοντας κάποια ξημερώματα το παιχνίδι, γύρισα την καρέκλα ανάποδα πάνω στο τραπέζι όπως κάνουν στα καφενεία.
Αυτός ήταν ο λόγος, γιατί η αφορμή ήταν ότι ο Σπύρος μας είπε ότι κάποιοι παλιοί χάρτες απεικόνιζαν τα Σκόπια έξω απ’ τη Μακεδονία (το Μακεδονικό ήταν τότε στο φόρτε του) και άρα οι διεκδικήσεις των Σκοπίων ήταν αβάσιμες.
Επειδή όμως δεν μπορούσε να βρει τους χάρτες εκείνους, απάντησε στις μπηχτές μας του τύπου «Έλα ρε Σπύρο, μην μας δουλεύεις, αφού δεν υπάρχει τέτοιος χάρτης», με το ύψωμα και κούνημα του δείκτη και την ιστορική φράση «Αφού θεωρείτε το σπίτι μου οίκο της συκοφαντίας και της διαφθοράς, να μην ξαναπατήσετε εδώ».
Αλλά φυσικά δεν του έκανε καρδιά να μας αφήσει άστεγους και ξαναπατήσαμε.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά βέβαια δεν είχαμε σε τόσο μεγάλη προτεραιότητα τις σχέσεις μας με το ωραίο φύλο και εκτός από 1-2 ιστοριούλες ο καθένας, μικροπράγματα δηλαδή, δεν υπήρξε κάτι σημαντικό για τους περισσότερους.
Για τους περισσότερους, γιατί μερικοί φοιτητικοί έρωτες εξελίχθηκαν σε έρωτες ζωής και ξέρω ζευγάρια που γνωρίστηκαν ως φοιτητές στη Μυτιλήνη και τώρα έχουν οικογένειες.
Πάντως η «μπαρμπουτιέρα» μας ήταν άβατο για το αντίθετο φύλο. Μόνο η Πόπη του Πούλιου παραβίαζε μερικές φορές αυτό το άβατο, πράγμα που εκνεύριζε τον γράφοντα αλλά και τον οικοδεσπότη, αφού αποσπούσαν την προσοχή τους τα σαλιαρίσματα του ζευγαριού την ώρα που απαιτούνταν η μέγιστη αυτοσυγκέντρωση.
Συνειδητά επέλεξα να τοποθετήσω πρώτα μία φωτογραφία απ’ την απονομή των πτυχίων μας και να κλείσω αυτό το αφιέρωμα στη Μυτιλήνη που γνώρισα με μία εικόνα από παρτίδα πόκερ.
Γιατί μπορεί η φοίτησή μας στη σχολή να μας έδωσε το πτυχίο αλλά το κυριότερο που μας έδωσαν τα χρόνια εκείνα είναι ότι μας ωρίμασαν μαθαίνοντας μας να ζούμε μόνοι μας και μας χάρισαν ορισμένες στέρεες σχέσεις φιλίας που είναι από τότε ένα μεγάλο εφόδιο για τη ζωή μας.
Τέλος και τω Θεώ δόξα.

3 σχόλια:

  1. Φίλε μου, θέλω πολύ να σε ευχαριστήσω για την αφορμή που μου έδωσες και έγραψα τίς αναμνήσεις μου, που για πολλούς αναγνώστες μας είναι άγνωστα πρόσωπα και συμβάντα!!! Όμως για μένα είναι κατάθεση ψυχής και μπορεί να μακρηγορώ και να είμαι βαρετός για τους αναγνώστες μας και τους ζητώ συγνώμη, αλλά είναι ένα απολογητικό και αξιολογητικό βήμα για μένα!!! Οι λογαριασμοί με το χθές έχουν κλείσει και τα αδικήματα που τυχόν διαπράχθησαν έχουν παραγραφεί σύμφωνα με την ελληνική δικαιοσύνη!!! Αλλά υπάρχουν αδικήματα ψυχής που δέν παραγράφονται από την συνείδηση μου!!! Ελπίζω στην καλή μαρτυρία και στην συγχώρεση γι' αυτά από όσους έχω εκούσια ή ακούσια βλάψει και συμπεριλαμβάνω κι εσένα φίλε μου!!! Πιστεύω πώς από την γνωριμία μας, εάν νοητά βάλουμε σε μία ζυγαριά τα καλά και τα κακά που σου προξένησα θα ισοβαρύνει η ζυγαριά!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ο Θύμιος μου είπε ότι του είπες κάποτε για κάποιο γεγονός, προφανώς παραφράζοντας κάτι που είχε πει τότε ο Κ. Μητσοτάκης «Σε μερικά χρόνια θα το θυμόμαστε και θα γελάμε».
    Τα όσα ζήσαμε τότε, έχουν κυρίως ιστορική σημασία. Οι σχέσεις μας έχουν τεθεί πλέον σε άλλες βάσεις και θεωρώ ότι εξακολουθούν να είναι πολύ σημαντικές για μας. Και ελπίζω πάντα να είναι γιατί ο άνθρωπος έχει ΠΑΝΤΑ, σε κάθε φάση της ζωής του, ανάγκη από στήριξη και βοήθεια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Φίλε μου, να διορθώσω κάποιες ανακρίβειες!!! Την επιστολή προς την Ελευθεροτυπία, δέν την έστειλα όχι μόνο γιατί δέν υπήρξε απειλή με όπλο από τους μεθυσμένους μπάτσους, αλλά γιατί το θύμα δέν ήθελε να πάρει έκταση το θέμα!!! ο Κώτσιος όχι μόνο δέν έπαιζε εύηχα - μόνο το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας του Μάνου Λοϊζου, έπαιζε όλη μέρα κι αυτό κάκιστα - αλλά είχε την ιδέα ότι έπαιζε σαν Μανόλη Χιώτη ή τον Ζαμπέτα!!! μπορώ να πώ ότι παίζοντας με τον Θανασάρα στην πρώην ΑΤΕ, το 4ο έτος, διορθώθηκε σημαντικά και έπαιζε πολύ καλύτερα, από τα πρώτα δύο έτη, το μπουζούκι του!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή