Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Το Περιβόλι της Παναγίας (μέρος Ι)


Επισκέφτηκα το Άγιο Όρος το 2002, το 2007 και το 2008 και η εμπειρία ήταν μοναδική.
Θα συνιστούσα (θα παρότρυνα καλύτερα) όλους τους άρρενες που τύχει και με διαβάσουν να επισκεφτούν αυτόν τον μοναδικό τόπο, είτε πιστεύουν πολύ, είτε λιγότερο, είτε και καθόλου.
Φυσικά και δεν είναι ανάγκη να είναι θρήσκοι για να νιώσουν τη μαγεία και το πνεύμα του Αγίου Όρους.
Να εγώ π.χ., δεν θα έλεγα ότι είμαι και τόσο θρήσκος. Δεν αποκλείω όμως και την ύπαρξη του Θεού, όπως τον περιγράφει η θρησκεία ή πολύ διαφορετικού. Ξέρεις;
Για μένα, όταν το καλοσκέφτομαι, είναι τρομερό να υπάρχει Θεός. Αλλά απ’ την άλλη, είναι τρομερό και να μην υπάρχει…
Απλά σκέφτομαι ότι τα πράγματα δεν μπορεί να είναι τόσο απλά όσο τα περιγράφουν οι θρησκείες. Που στο κάτω κάτω όλες διεκδικούν το ορθό, την αλήθεια. Γιατί να είναι ορθή η μία και όχι η άλλη; Επειδή έτυχε να γεννηθούμε εδώ και όχι λίγο πιο ανατολικά π.χ.;
Αν όμως είναι έτσι, στο τέλος της πορείας μας αντί να πάμε στον παράδεισο της δικής μας θρησκείας κινδυνεύουμε να καταλήξουμε στην κόλαση μιας άλλης. Μπέρδεμα...
Γι’ αυτό, επειδή πιστεύω ότι όλα είναι σχετικά, θα πρέπει να δίνουμε πρώτα βαρύτητα σε μερικές αξίες και αρετές που φαίνονται, όπως και να το κάνουμε, κοινά αποδεκτές και πανανθρώπινες π.χ. να μην αδικούμε τον συνάνθρωπό μας, και μετά σε τύπους αποκλειστικά της δικής μας θρησκείας π.χ. νηστείες κ.α.
Επανέρχομαι. Στα μοναστήρια του Αγίου Όρους οι επισκέπτες πάνε με καραβάκι, είτε απ’ την Ουρανούπολη για τα μοναστήρια μέσα στον κόλπο - πληροφοριακά «Σιγγιτικός κόλπος», είτε απ’ την Ιερισσό για τα μοναστήρια στην «έξω» πλευρά, προς τη Θάσο ας πούμε για να καταλαβαινόμαστε.
Αλλά πριν φτάσουν εκεί οι επισκέπτες πρέπει οπωσδήποτε να εξασφαλίσουν το λεγόμενο «διαμονητήριο». Αυτό γίνεται στην Ουρανούπολη κάμποσες μέρες πριν και είναι φαντάζομαι λίγο πολύ τυπικό.
Θα κόψουν κάποιον μια συγκεκριμένη μέρα αν έχει συμπληρωθεί ο μέγιστος επιτρεπόμενος αριθμός εισόδων της μιας μέρας (δεν θυμάμαι πόσοι Έλληνες και πόσοι αλλοδαποί επιτρέπονται κάθε μέρα, όχι και τόσο πολλοί πάντως).
Εγώ μπήκα στο Άγιο Όρος μόνο απ’ την Ουρανούπολη και να πω την αλήθεια τη διαδικασία του διαμονητηρίου την έκανε για μένα ένας γνωστός μου αστυνομικός που υπηρετούσε εκεί γι’ αυτό και δεν ξέρω και πολλά για το πώς γίνεται. Μπορεί κάποιος φαντάζομαι να τηλεφωνήσει στα γραφεία του Αγίου Όρους στην Ουρανούπολη και να μάθει για τα του διαμονητηρίου.
Παρεμπιπτόντως, στη φωτογραφία δεν είναι κάποιο μοναστήρι ή κάτι τέτοιο, αλλά φαίνεται ακριβώς ένα μέρος του λιμανιού της Ουρανούπολης.
Με το διαμονητήριο μπορείς να μείνεις στο Άγιο Όρος μέχρι τέσσερις μέρες.
Κάτι άλλο που πρέπει οπωσδήποτε να κάνει κάποιος, είναι να τηλεφωνήσει από πριν στο μοναστήρι που επιθυμεί για να ρωτήσει αν μπορούν να τον δεχτούν γιατί μπορεί εκείνη τη μέρα να είναι πλήρες από επισκέπτες και να μην μπορεί να φιλοξενήσει άλλους.
Αυτό δεν είναι καθόλου τυπικό, είναι ουσιαστικότατο και την επόμενη φορά θα γράψω τι συνέβη σε μένα σχετικά.
Συνεχίζεται…

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2013

Σημασία έχει και το ταξίδι και ο προορισμός


Σήμερα είναι η παγκόσμια μέρα του τουρισμού. (Ναι, υπάρχει και τέτοια).
Από καιρό έψαχνα αφορμή να γράψω για τον τουρισμό, αλλά όχι παρακινούμενος από τη φετινή εκτίναξη των αφίξεων ξένων τουριστών στη χώρα μας.
Όχι, καμία σχέση δεν έχει το ενδιαφέρον μου με το ότι η άνοδος του τουρισμού στη χώρα μας ξεπέρασε κάθε προσδοκία.
Για μένα είναι γοητευτικό το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι αφήνουν το μέρος τους και πάνε σ’ ένα άλλο απλά και μόνο για να το γνωρίσουν, χωρίς να έχουν κάποια σχέση με αυτό το μέρος ή να έχουν να «κερδίσουν» κάτι απ’ αυτό το ταξίδι (εννοώ κάτι χειροπιαστό, κάτι πρακτικό, πώς να το πω…).
Γι’ αυτό και οι ορισμοί που βρήκα για τον τουρισμό και τον τουρίστα δεν με ικανοποιούν.
Για μένα τουρίστας είναι αυτός που μετακινείται προσωρινά σε ένα μέρος το οποίο έχει συνειδητά επιλέξει για κάποιους λόγους.
Να το αναπτύξω λίγο: πάμε στο α΄ μέρος και όχι στο β΄ όχι γιατί το α΄ είναι πιο φτηνό ή πιο εύκολα προσβάσιμο ή είναι «της μόδας» ή δεν ξέρω γω γιατί άλλο, αλλά γιατί το β΄ μέρος μας ελκύει και θέλουμε να το γνωρίσουμε.
Εμένα π.χ. δεν με ελκύει το Ντουμπάι ή οι τουριστικοί προορισμοί της ΝΑ Ασίας. Τους θεωρώ, πώς να το πω, πολύ «πλαστικούς» και «τεχνητούς». Θα μπορούσα π.χ. να επισκεφτώ την Ιαπωνία αλλά και αυτή μου φαίνεται πολύ «προηγμένη», πολύ «από νέον».
Κατά έναν περίεργο τρόπο πάντα με γοήτευε η Ισπανία και η Λατινική Αμερική. Και η Αφρική με γοητεύει δηλαδή αλλά μου φαίνεται, να το πω απλά ελληνικά, «κάπως» (όχι ακριβώς επικίνδυνη όπως μπορεί να σκεφτεί κάποιος).
Και οφείλω να ομολογήσω ότι και εγώ υποπίπτω στο λάθος που πολλοί κάνουν: προσπαθούμε με ένα ταξίδι να μετατρέψουμε το όνειρο σε πραγματικότητα.
Έχουμε πολύ μεγάλες προσδοκίες ή μια ιδανική εικόνα στο μυαλό μας για ένα μέρος με αποτέλεσμα να αισθανόμαστε μετά ότι «την πατήσαμε» (σ’ αυτό το πράγμα το ταξίδι μοιάζει με τον έρωτα).
Για να επιστρέψω στο πεζό γράψιμο, μπορεί για μένα ο τουρισμός να είναι αυτό που έγραψα παραπάνω αλλά επειδή προφανώς είναι δύσκολο να μετρηθεί έτσι, τον μετράμε γενικά με τον αριθμό των αφίξεων των αλλοδαπών ατόμων που επισκέπτονται ένα μέρος (έτσι δεν συμπεριλαμβάνεται ο εσωτερικός τουρισμός).
Η Ελλάδα είναι δύναμη στον τουρισμό. Παρά το μικρό της μέγεθος είναι, ανάλογα με την πηγή, στην πρώτη 10άδα ή στην πρώτη 15άδα των τουριστικών προορισμών (κορυφαίες χώρες-προορισμοί είναι η Γαλλία, η Ισπανία και οι ΗΠΑ).
Για μένα αυτό οφείλεται και στη λαμπρή ιστορία της αλλά και στο γεγονός ότι εδώ υπάρχει μια μακρόχρονη ειρήνη και ασφάλεια (άσχετα τι λένε μερικοί).
Η δε φετινή εκτίναξη του τουρισμού στη χώρα μας οφείλεται τόσο στη ρευστή κατάσταση που επικρατεί σε άλλες χώρες-τουριστικούς προορισμούς στη γειτονιά μας (αναφέρομαι κατά πρώτο λόγο στην Αίγυπτο και κατά δεύτερο στην Τουρκία) αλλά και γιατί (ας μην κρυβόμαστε) η Ελλάδα έχει γίνει πολύ φτηνή χώρα πια.
Για τους Δυτικούς δηλαδή, γιατί για τους Έλληνες δεν περισσεύουν πια λεφτά για τέτοιους σκοπούς.
Και αυτό είναι κρίμα. Μου φαίνεται ότι ο Έλληνας δεν πολυταξίδευε και πριν από την κρίση όταν το εισόδημά του το επέτρεπε και αυτό είναι διπλό κρίμα.
Ίσως να ταξιδεύαμε πριν από πολλά χρόνια αλλά και πάλι το κάναμε για άλλους λόγους και όχι για γνωρίσουμε άλλα μέρη και άλλες κουλτούρες…
Όμως το αποδημείν εί αρίστη παιδεία έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες.

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Ούτε ναζισμός, ούτε φασισμός, ούτε εθνικισμός


Είχα κατά νου να γράψω για κάτι άλλο αυτή τη βδομάδα αλλά το θέμα των ημερών, η Χρυσή Αυγή, η ρατσιστική βία και ο θάνατος ενός νέου ανθρώπου δεν ήταν δυνατόν να με αφήσουν αδιάφορο.
Καταρχάς θέλω να πω ότι ο θάνατος ενός ανθρώπου, και ακόμα περισσότερο ο θάνατος ενός νέου ανθρώπου, είναι ένα τραγικό γεγονός. Τραγικό!
Ο Παύλος Φύσσας ποτέ πια δεν θα ξανατραγουδήσει, ούτε καν θα ξαναμιλήσει στους φίλους και τη μάνα του. Ποτέ δεν θα ξαναβρεθεί με την κοπέλα του. Δεν, δεν, δεν.
Αυτό το «Ποτέ πια δεν…» είναι τραγικό αν το σκεφτεί βαθύτερα κάποιος. Ο θάνατος είναι στ’ αλήθεια τραγικός. Και ήρθε όχι γιατί το ήθελε ο Θεός, και αυτό τραγικό θα ήταν αλλά πολύ διαφορετικό, αλλά γιατί τον σκότωσαν… Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τον θυμόμαστε. Να κρατήσουμε τη μνήμη του.
Ο Παύλος Φύσσας ήταν αντιφασίστας και αυτό ήταν που του κόστισε τη ζωή.
Ο φασισμός είναι μια αυταρχική εθνικιστική πολιτική ιδεολογία που έχει ως στόχο να θέσει το έθνος υπεράνω κάθε άλλης αξίας.
Ορίζει δε το έθνος στη βάση αποκλειστικών βιολογικών, πολιτισμικών και ιστορικών συνθηκών. Κάτι σαν «Εμείς είμαστε έτσι επειδή γεννηθήκαμε έτσι και όλοι οι άλλοι δεν είναι».
Ο ναζισμός είναι μία μορφή του φασισμού που ενσωματώνει τον ρατσισμό και τον αντισημιτισμό.
Κάτι σαν «Εμείς είμαστε έτσι επειδή γεννηθήκαμε έτσι και όλοι οι άλλοι όχι μόνο είναι κατώτεροι αλλά και θέλουν να μας βλάψουν συνεπώς είναι νόμιμο και ηθικό να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας και να τους εξαλείψουμε».
Ακόμα και στον εθνικισμό οι άνθρωποι τραβούν συνήθως μία διαχωριστική γραμμή μεταξύ των παιδιών τους και των άλλων παιδιών. Αγαπάμε μόνο το δικό μας έθνος και όχι ένα ξένο.
Η βάση που στηρίζονται αυτά τα φαινόμενα είναι παράλογη.
Ξέρετε τι είπε ένας Αμερικάνος συγγραφέας; «Άπιστος στη Νέα Υόρκη είναι εκείνος που δεν πιστεύει στη χριστιανική θρησκεία. Στην Κωνσταντινούπολη, εκείνος που πιστεύει».
Καταλάβατε; Όλα είναι τυχαία και πολύ σχετικά. Πάλι θα χρησιμοποιήσω μία φράση του original Diego Alatriste και θα πω ότι είμαστε αυτό που είμαστε γιατί δεν έτυχε να είμαστε κάτι άλλο.
Εγώ, το ξανάγραψα, δεν πιστεύω ότι υπάρχουν καλά και κακά έθνη, καλοί και κακοί άνθρωποι, έτσι όπως το εννοούν οι ρατσιστές.
Οι άνθρωποι δεν γεννιούνται καλοί ή κακοί.
Ναι, πιστεύω ότι υπάρχουν π.χ. βίαια έθνη, που δεν δίνουν και τόση αξία στην ανθρώπινη ζωή, αλλά γιατί γίνεται αυτό; Γιατί μερικά έθνη δεν γνώρισαν αληθινή δημοκρατία που είναι η μόνη που δίνει αξία στο ένα, μοναδικό και διαφορετικό άτομο.
Παρεμπιπτόντως δεν συμφωνώ καθόλου μ’ αυτό που είπε προχτές ο Θεόδωρος Πάγκαλος ότι στις δημοκρατίες είναι ελεύθερος ο καθένας να είναι ακόμα και εχθρός της δημοκρατίας.
Η δημοκρατία που έχουμε σήμερα κάθε άλλο παρά τέλεια είναι αλλά είναι το καλύτερο απ’ όλες τις άλλες μορφές πολιτευμάτων ή «εκτροπών».
Ποιος θα αποφασίζει; Μερικοί μόνο για όλους; Ένας; Και ποιος θα είναι αυτός; Ο πιο ισχυρός; (φυσικά αυτός θα λέει ότι είναι ο πεφωτισμένος).
Συμφωνώ απόλυτα με τον Πάγκαλο ότι η δύναμη της Χρυσής Αυγής αυξήθηκε λόγω της φτώχειας και της ανεργίας. Πριν το διαβάσω αυτό και εγώ πίστευα ότι σε περιόδους κρίσης και φτώχειας οι άνθρωποι είναι ευάλωτοι σε ριζοσπαστικά και «μεσσιανικά» κηρύγματα.
Αλλά δεν με βρίσκει σύμφωνο αυτό που πρόσθεσε ότι αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία και ότι όσοι πεινάνε και χάνουν τα σπίτια τους δεν πάνε να γίνουν Χρυσαυγίτες.
Δημοσκοπικά η Χ.Α. είχε φτάσει το 11%, δηλαδή τι, πρέπει να φτάσει το 30% για να παραδεχθούμε ότι τέτοια φαινόμενα είναι παιδιά της κρίσης και της ανέχειας;
Δυστυχώς ο άνθρωπος που νομίζει ότι έφτασε στο τέρμα και δεν έχει πια τίποτα άλλο να χάσει (αλλά στην πραγματικότητα μένουν πολλά ακόμα να χάσουμε σε μια «εκτροπή») μπορεί να γίνει επικίνδυνος για τον εαυτό του και την κοινωνία.
Και το συμπέρασμα είναι πως μόνο αν βγούμε απ’ τον βούρκο της κρίσης θα εξαφανιστούν αυτά τα φαινόμενα.

Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2013

Τα Μετέωρα (μέρος ΙΙ)


Τα Μετέωρα είναι από τα μέρη που πραγματικά οι φωτογραφίες ωχριούν μπροστά στο πραγματικό τοπίο.
Βλέπεις φωτογραφίες από άλλα μέρη, λες «Τι εκπληκτικό τοπίο!» και όταν το βλέπεις από κοντά απογοητεύεσαι.
Ενώ με τα Μετέωρα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: οι φωτογραφίες, πανέμορφες μεν, αλλά δεν μπορούν να αποδώσουν το δέος που αισθάνεσαι μπροστά σ’ αυτούς τους θεόρατους βράχους.
Άσε που με τα Μετέωρα υπάρχει και το εξής πρόβλημα που αντιμετώπισα και εγώ εδώ: δεν ξέρεις ποια φωτογραφία να διαλέξεις ως την καλύτερη. Είναι ένα μέρος όπου δεν υπάρχει κάποια «ατραξιόν» για να φωτογραφήσεις (π.χ. στη Μύκονο θα φωτογραφήσεις ή τη Μικρή Βενετία – και μάλιστα θα προσέξεις να μην βγάλεις τα ακρινά σπίτια που δεν «κολλάνε» - ή τους μύλους). Ενώ στα Μετέωρα ολόκληρο το μέρος είναι ένα σύνολο με την ίδια ομορφιά και υποβλητικότητα.
Υπάρχουν δύο δρόμοι για να πας στα Μετέωρα. Ο πρώτος είναι να στρίψεις πριν την Καλαμπάκα και ο δεύτερος αφού διασχίσεις την Καλαμπάκα και το Καστράκι (που είναι ένα χωριό-προέκταση της Καλαμπάκας) να συνεχίσεις.
Εγώ να πω την αλήθεια, προτιμώ τον δεύτερο δρόμο γιατί μ’ αρέσει πολύ η φύση μόλις βγεις απ’ το Καστράκι.
Από κει λοιπόν αφού περάσεις τα μοναστήρια του Αγίου Νικολάου Αναπαυσά και του Ρουσάνου, ο δρόμος κάνει μια διχάλα: αριστερά συνεχίζεις ως τη Μονή Μεγάλου Μετεώρου και δεξιά ως τη Μονή Αγίου Στεφάνου που είναι ένα γυναικείο μοναστήρι και έχει την πιο εύκολη πρόσβαση απ’ όλα τα μοναστήρια αφού το αυτοκίνητο φτάνει ως την είσοδο.
Γενικά όμως θα πρέπει να είναι κάποιος προετοιμασμένος για αρκετό περπάτημα αφού δεν γίνεται αλλιώς στην περίπτωση των Μετεώρων.
Και το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: ε, αφού κουραζόμαστε τώρα να πάμε ως τα μοναστήρια, πως στο καλό τα έχτισαν πάνω στους βράχους και μάλιστα πριν από τόσα χρόνια; (η εγκατάσταση ασκητών στα Μετέωρα ξεκίνησε πριν από τον 11ο αι)
Πως κουβάλησαν πάνω στους βράχους τα υλικά; Πως σκάλισαν τα σκαλοπάτια; Και μάλιστα όταν μερικοί βράχοι φαίνονται εντελώς «μετέωροι», όχι να ανεβάσεις υλικά, ούτε άνθρωποι δεν ανεβαίνουν χωρίς τα σκαλιά. Πως πρωτανέβηκαν εκεί; Πως;
Πριν από 20 και βάλε χρόνια είχα πάει στα Μετέωρα με έναν συμφοιτητή μου από την Κρήτη (του οποίου τα πόδια έτρεμαν απ’ το δέος κατά τον ίδιο – και τα δικά μου έτρεμαν αλλά απ’ την κούραση).
Είχαμε μιλήσει λοιπόν με έναν μοναχό, νομίζω στην Αγία Τριάδα ήταν, που μας είπε όταν τον ρωτήσαμε σχετικά: «Όλα αυτά που βλέπετε έγιναν χάρις στην πίστη».
Καλή η πίστη δεν λέω, αλλά φαντάζομαι πως δύσκολα ανεβάζει από μόνη της άμμο, τσιμέντο και τούβλα εκεί πάνω.
Τι να πω;
Απ’ την άλλη πάλι χωρίς πίστη δεν γίνεται τίποτα. Όπως είπε κάποιος η πίστη βλέπει ένα μπουμπούκι σε ένα βολβό, έναν κήπο σε έναν σπόρο και ένα τεράστιο δέντρο σε ένα κουκούτσι.
Και ένα μοναστήρι πάνω σ’ έναν μετέωρο βράχο.
Τέλος

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Τα Μετέωρα (μέρος Ι)


Πολλές φορές δεν δίνουμε σημασία ή και προσπερνάμε σαν δεδομένα μικρά θαύματα που βρίσκονται παντού γύρω μας.
Να, τώρα π.χ. θυμάμαι ένα χωράφι γεμάτο ηλιοτρόπια στον δρόμο για την παλιά δουλειά μου. Το προσπερνούσα και συνέχιζα και τώρα πια είναι δύσκολο να το ξαναδώ λόγω του προβλήματος υγείας μου και πάντως είναι μάλλον αδύνατον να κατέβω και να κόψω μερικά γιατί αν θυμάμαι καλά το χωράφι έχει κάτι σαν τάφρο γύρω γύρω.
Αν συνειδητοποιούσαμε πόσο εφήμερη είναι η ζωή μας θα το σκεφτόμασταν πολλές φορές πριν αγνοήσουμε τις ευκαιρίες που μας παρουσιάζονται για να γίνουμε ευτυχισμένοι.
Το πρόβλημα είναι όμως ότι δεν ξέρουμε για πόσο καιρό ακόμα θα απολαμβάνουμε αυτή την «Εδέμ» και έτσι χάνουμε πολύτιμο χρόνο για να γίνουμε ευτυχισμένοι ή και να κάνουμε τους άλλους ευτυχισμένους.
Και περνάει ο καιρός και τα χρόνια και κάποια στιγμή κοιτάμε πίσω, τα μικρά πράγματα που πια δεν μπορούμε να κάνουμε, απελπιζόμαστε και ρωτάμε τον εαυτό μας «Και τώρα;». Λοξοδρόμησα πάλι…
Μιας και μίλησα για ηλιοτρόπια παραπάνω: Το 2009 με είχε επισκεφτεί ο (τότε) μέλλων πεθερός μου που είναι από το Μεξικό. Μου είπε λοιπόν ότι κάθε χρόνο βάζει κάτι σαν στόχο και είναι πολύ ευχαριστημένος αν το κάνει τελικά. Μου είπε ότι για το 2008 είχε βάλει στόχο, και τελικά τον πραγματοποίησε, να επισκεφτεί μια ταβέρνα σε ένα χωριό στη Νότια Γαλλία τους τοίχους της οποίας είχε ζωγραφίσει ο Βαν Γκογκ (αν θυμάμαι καλά) όταν έζησε εκεί.
«Και για το 2009;» τον ρώτησα. «Να επισκεφτώ τα Μετέωρα» μου απάντησε.
Και εγώ έχω την τύχη να δουλεύω στην Καλαμπάκα, να σηκώνω τα μάτια και να βλέπω τους βράχους των Μετεώρων, αυτό το θαύμα της φύσης που περιλαμβάνεται από το 1988 στον κατάλογο μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.
Και όσοι μένουν κοντά στα Μετέωρα, στα Τρίκαλα ή στην Ελλάδα γενικότερα μπορούν να δουν συχνά αυτό το θαύμα της φύσης. Και για να μην έρθει μια στιγμή που θα κοιτάξουμε πίσω και θα ρωτήσουμε «Και τώρα;» όπως έγραψα παραπάνω, θα πρέπει να μάθουμε να εκτιμάμε όλα τα μικρά θαύματα που είναι γύρω μας και περνάνε απαρατήρητα και να νιώθουμε ευλογημένοι για τα μικρά πράγματα-θαύματα που μπορούμε να απολαύσουμε.
Τα Μετέωρα είναι ένα σύμπλεγμα από τεράστιους μονοκόμματους  βράχους που υψώνονται έξω από την Καλαμπάκα.
Ως γνωστόν, πάνω στους βράχους είναι χτισμένα μοναστήρια (τα Μετέωρα είναι μετά το Άγιο Όρος η δεύτερη μεγαλύτερη μοναστική πολιτεία της Ελλάδας). Από τα τριάντα που υπήρξαν ιστορικά, σήμερα λειτουργούν μόνο τα επτά.
Πως σχηματίστηκαν τα Μετέωρα;
Υπάρχουν πολλές θεωρίες αλλά σύμφωνα με την επικρατέστερη δημιουργήθηκαν από ποταμίσιους ογκόλιθους και ασβεστολιθικά πετρώματα γιατί εκεί ήταν οι εκβολές ενός ποταμού που για εκατομμύρια χρόνια χύνονταν στη θαλάσσια έκταση που κάλυπτε τότε τη Θεσσαλία.
Με τις χιλιάδες χρόνια και τις γεωλογικές μεταβολές που έφεραν, τα νερά απ’ τη λεκάνη της Θεσσαλίας αποτραβήχτηκαν στο Αιγαίο, ο κώνος που είχε δημιουργηθεί στο δέλτα του ποταμού από τους ποταμίσιους ογκόλιθους και τα πετρώματα αποκόπηκε από την οροσειρά της Πίνδου (σήμερα υπάρχει η κοιλάδα του Πηνειού ποταμού ανάμεσα στα Μετέωρα και την Πίνδο) και  ο κώνος αυτός διασπάστηκε από τη συμπαγή μορφή του δημιουργώντας επιμέρους μικρότερους κώνους-ογκόλιθους, τα Μετέωρα που ξέρουμε σήμερα.
Συνεχίζεται…

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Η αξία του χρήματος (μέρος ΙΙ)


Την κλήση απ’ την εισπρακτική εταιρεία την είχα χάσει και μου φάνηκε παράξενο που είδα νούμερο από την Αθήνα (τις εισπρακτικές εταιρείες τις είχα μόνο ακουστά ως τότε).
«Θα είναι κανένας που έμαθε για μένα» σκέφτηκα και τους τηλεφώνησα. Αυτή ήταν η αρχή της αρμονικής σχέσης Diego Alatriste και εισπρακτικών εταιρειών…
Μου απάντησε η κυρία τάδε εκ μέρους της τράπεζας τάδε και με ενημέρωσε ότι όφειλα κάποιες δόσεις του δανείου που είχα πάρει.
Δεν είχα ξαναφήσει δόση απλήρωτη, οπότε «Ναι βέβαια, κάτι μου έτυχε, δεν βαριέστε κ.λπ. κ.λπ., θα στείλω κάποιον αύριο να καταθέσει τα χρήματα».  Έτσι και έγινε την άλλη μέρα.
Αυτό πρέπει να έγινε τον Μάη του 2010. Από τότε άρχισαν τα μνημόνια, οι μειώσεις μισθών, τον Ιούλη του 2010 γεννήθηκε η κόρη μου που σημαίνει ότι μεγάλωσε η οικογένεια άρα και οι ανάγκες της, όταν γύρισα στη δουλειά ήμουν σε μια κατάσταση που δεν μου επέτρεπε να κάνω τίποτα επιπλέον και έπαιρνα μόνο τον κουτσουρεμένο μισθό (και πάλι καλά βέβαια) κ.λπ.
Ο μισθός μου σήμερα έχει πέσει 30-40% σε σχέση με το 2009. Βέβαια μ’ αυτά που έχεις πορεύεσαι και θα το πω για μια φορά ακόμα ότι το αληθινό δράμα είναι αυτών που δεν έχουν ούτε ένα μισθό.
Και επειδή μ’ αυτά που έχεις μ’ αυτά πορεύεσαι, έπεσαν και λίγο οι τιμές (άκουγα στην τηλεόραση ότι η Ελλάδα έχει γίνει πιο φτηνή και απ’ την Τουρκία!), θα έβγαινε κουτσά στραβά.
Το κακό είναι ότι όχι μόνο εγώ, η πλειοψηφία νομίζω των Ελλήνων, έχει κληρονομήσει δάνεια από την παλιά, χρυσή (επίχρυση μάλλον) εποχή των παχιών αγελάδων.
Και αυτά τα δάνεια ροκανίζουν το ήδη ροκανισμένο εισόδημα.
Γι’ αυτό και το ποσοστό των «κόκκινων» δανείων έχει εκτιναχτεί. Δεν είναι ότι δεν θέλει ο κόσμος αλλά δεν μπορεί (υπάρχουν βέβαια κι αυτοί που δεν θέλουν και εκμεταλλεύονται την αναμπουμπούλα). Να, παίρνω τον εαυτό μου: το ποσό που χρωστάω είναι μικρό και σκόπευα να το ξοφλήσω για να τελειώνω μ’ αυτό τον βραχνά.
Αλλά μπορώ τώρα; Αφού κάθε μήνα το ταμείον γράφει μείον. Και αν παρουσιαστεί κάτι έκτακτο από που θα κόψω; Απ’ τη δόση της τράπεζας φυσικά.
Και ερχόμαστε στο δια ταύτα, αλλά πριν από αυτό να ξεκαθαρίσουμε δύο πράγματα:
α) Εγώ δεν είμαι υπέρ των παλικαρισμών του τύπου «Μονομερής διαγραφή των τοκογλυφικών δανείων κ.λπ. κ.λπ.» και ξέρετε γιατί;
Τα λεφτά των δανείων (δάνεια μεν, με ευνοϊκούς όρους δε, ε;) που μας συντηρούν τα τελευταία χρόνια όταν δεν βρίσκαμε πουθενά αλλού λεφτά και οξυγόνο δεν έπεσαν απ’ τον ουρανό.
Τα χρήματα αυτά είναι χρήματα των φορολογουμένων των χωρών της Ευρωζώνης. Του Βελγίου, της Εσθονίας, της Σλοβακίας, της Πορτογαλίας κ.ο.κ.
Δηλαδή ΚΑΙ χωρών που αν το δεις από πολλούς δείκτες είναι πιο φτωχές απ’ την Ελλάδα.
Τι να πούμε εμείς τώρα; Εσείς καλά μας τα δώσατε αλλά εμείς δεν σας τα γυρνάμε; Πάει; Δεν πάει.
Και πως νομίζετε θα μας αντιμετωπίσουν στο μέλλον οι Κυβερνήσεις των χωρών αυτών έτσι και πούμε τελικά ότι δεν γυρνάμε τα λεφτά που μας δάνεισαν οι φορολογούμενοί τους; Με συμπάθεια;
β) Πίσω από κάθε τράπεζα υπάρχουν καταθέτες, οι τράπεζες είναι οι ενδιάμεσοι. Αυτοί που μας δανείζουν χρήματα είναι στην ουσία οι καταθέτες.
Καλώς τα μοίραζαν έτσι απλόχερα τα δάνεια, κακώς τα μοίραζαν, γεγονός είναι ότι στην ουσία αυτά τα λεφτά είναι των καταθετών.
Άρα ούτε εδώ είναι σωστό να μιλήσουμε για διαγραφές δανείων γιατί αυτό θα οδηγήσει σε κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και πολλοί άνθρωποι θα χάσουν τις αποταμιεύσεις τους έτσι και οι τράπεζες βαρέσουν κανόνι.
Όμως είναι επίσης γεγονός ότι η αξία του χρήματος έχει αλλάξει σήμερα. 100 ευρώ δεν ήταν τίποτα το 2009 αλλά σήμερα είναι υπόθεση.
Διάβαζα ότι ο ρυθμός αύξησης των τιμών στην αγορά γύρισε στο 1968 (προσοχή, ο ρυθμός αύξησης όχι οι τιμές) και ο πληθωρισμός στην Ελλάδα είναι αρνητικός πια.
Και αυτό είναι το δια ταύτα. Ένα γενικό «κούρεμα» στα δάνεια δεν θα ήταν άδικο αλλά μια προσαρμογή στις σημερινές συνθήκες.
Τέλος

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013

Η αξία του χρήματος (μέρος Ι)


Στις 13 Δεκεμβρίου του 2009 έπαθα ένα εγκεφαλικό (στα καλά καθούμενα, εννοώ δεν είχα πίεση ή άλλα σημάδια), από εκείνα τα καλά, που αν δεν σε ξαποστείλουν, σου αλλάζουν τη ζωή για πάντα.
Μπορεί η εισαγωγή να ήταν «ελαφριά» αλλά ήταν μια τρομερή εμπειρία γιατί παρόλο που ήμουν σε κώμα για μεγάλο διάστημα θυμάμαι εν τούτοις πολλά τρομαχτικά πράγματα.
Έχω αναθεωρήσει πολλά πράγματα από τότε και προσπαθώ να εκτιμώ τις μικροχαρές της ζωής (ή να τις «δημιουργώ» - αλήθεια συνειδητοποιήσατε ποτέ πόσο διαφορετική είναι η πρώτη γουλιά του πρώτου καφέ της ημέρας; Είναι σαν ένα μικρό θαύμα αλλά εγώ το πρόσεξα μόνο μετά το «ατύχημά» μου).
Προσπαθώ επίσης να μην βλέπω βουνό και να αγχώνομαι για πράγματα που τελικά δεν είναι καθόλου σημαντικά.
Αλλά ο άτιμος ο χρόνος… Όλα τα γιατρεύει. Έτσι και τη σκαπουλάρεις από μια παλιοκατάσταση αυτή χάνει την τραγικότητά της, η ζωή συνεχίζεται που λένε και πολλές φορές ξαναγυρνάς στα ίδια, πάνε και οι αναθεωρήσεις πάνε όλα.
Τελοσπάντων, μετά από κώματα, πυρετούς, σηψαιμίες και άλλα τέτοια ευχάριστα, άρχισα να χαζοσυνέρχομαι μετά από 4-5 μήνες.
Άρχισα λοιπόν τότε να ανοίγω το κινητό μου (αν και όταν ήμουν σε κώμα έβλεπα κάτι μυστήρια πράγματα γι’ αυτό).
Από τις πρώτες κλήσεις που είχα (μπορεί και η πρώτη) ήταν από μία εισπρακτική εταιρεία ότι χρωστούσα τις τελευταίες δόσεις ενός δανείου που είχα πάρει.
Το προφανές ηθικό δίδαγμα είναι ότι ούτε να πεθάνεις ήσυχος δεν σ’ αφήνουν οι τράπεζες έτσι και τους χρωστάς αλλά για άλλο λόγο ξεκίνησα να γράφω αυτή την ιστορία.
Είχα βρεθεί σε μία ανάγκη και ήθελα μετρητά άμεσα οπότε στράφηκα και εγώ στη λύση του καταναλωτικού δανείου που τότε δίνονταν απλόχερα.
Μία δε από τις τελευταίες διαφημίσεις που θυμάμαι προ εγκεφαλικού ήταν ο Πέτρος Φιλιππίδης να λέει «Από κάρβουνα μένεις, από μετρητά δεν ξεμένεις» ή κάτι τέτοιο τελοσπάντων. Τώρα από μετρητά ξεμένεις σίγουρα και αν δεν είσαι προνοητικός μένεις και από κάρβουνα.
Έπαιρνα λοιπόν τότε έναν αξιοπρεπέστατο μισθό και η δόση του δανείου πληρωνόταν πολύ άνετα. Απόδειξη είναι ότι όχι μόνο δεν καθυστερούσα την πληρωμή αλλά πλήρωνα και παραπάνω κάθε μήνα για να ξεμπερδεύω γρηγορότερα.
Έλα όμως που πολλές φορές στη ζωή έρχονται τα πάνω κάτω από «ασυμβατότητες» που λέγαμε τις προάλλες, οι οποίες συνήθως δεν εξαρτώνται ούτε στο ελάχιστο από εμάς.
Γι’ αυτό μην κάνετε μακροπρόθεσμα σχέδια, 1-2 βδομάδες καλά είναι, γιατί η ζωή αποφασίζει για εμάς.
Συνεχίζεται…

Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2013

Το κακομαθημένο παιδί και οι ανίκανοι γονείς (μέρος ΙΙ)


Είχα γράψει παλιότερα ότι, κατά την ταπεινή μου άποψη, εκείνο που χρειάζεται στην Ελλάδα είναι μια γενιά πολιτικών πρόθυμων να «θυσιαστούν» προκειμένου να «παιδεύσουν» τον λαό.
Οι πολιτικοί αυτοί θα ήταν άτεγκτοι, δεν θα υπέκυπταν στις πιέσεις του εκλογικού σώματος και θα πολιτεύονταν αποκλειστικά και μόνο με γνώμονα το καλό της χώρας.
Φυσικά οι πολιτικοί αυτοί θα εξαφανίζονταν απ’ τον πολιτικό χάρτη αφού οι δυσαρεστημένοι εκλογείς δεν θα τους ξαναψήφιζαν.
Θα είχαν ρίξει όμως τον σπόρο τους και η επόμενη γενιά πολιτικών δεν θα αντιμετώπιζε τόση πίεση για χάρες και ρουσφέτια.
Αυτή η σκέψη όμως έπασχε. Πρώτον, που να βρεις πολιτικούς πρόθυμους να αφήσουν την καρέκλα και δεύτερο, γιατί αυτό προϋπέθετε να βρεις πολιτικούς όχι μόνο πρόθυμους να θυσιαστούν αλλά και ικανούς και οραματιστές ώστε πραγματικά να πολιτευτούν με μόνο γνώμονα το συμφέρον της χώρας.
Γιατί τι να το κάνεις αν ο πολιτικός είναι άτεγκτος αλλά ανίκανος;
Και που να βρεθούν πολιτικοί μ’ αυτά τα δύο χαρακτηριστικά…
Όμως τελικά ίσως να μην χρειάζεται να γίνει αυτό. Ίσως η κρίση να δώσει ένα μάθημα και να αλλάξουν πολλά κακώς κείμενα στο μέλλον.

Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού, έλεγαν οι πρόγονοί μας. Που σημαίνει, εντάξει μια φορά όλοι κάνουμε λάθη. Αν όμως δεν παραδειγματιστούμε απ’ την κρίση, ε, τότε δεν θα είστε σοφοί (για να μην πω τι θα είμαστε).

Και από αυτή την άποψη η Ελλάδα είναι και τυχερή γιατί έχει τη δυνατότητα να αλλάξει και να μεταμορφωθεί χωρίς να γνωρίσει μία καταστροφή.
Γιατί η κρίση είναι μια πολύ δύσκολη και μαύρη κατάσταση αλλά δεν είναι καταστροφή. Καταστροφή είναι π.χ. αυτό που γίνεται στη Συρία. Ή και στην Αίγυπτο.
Η Ελλάδα δεν είναι πλούσια χώρα και ας μην βαυκαλιζόμαστε ότι είναι.
Παρεμπιπτόντως, είδα μια εκπομπή πριν καιρό ότι έλεγε ότι η ύπαρξη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων (πολλοί έκαναν ήδη υπολογισμούς, τόσα δις θα πάρουμε απ’ τα πετρέλαια, τόσα δις χρωστάμε, να ορίστε θα μας μείνουν κιόλας) δεν σημαίνει και ότι τα κοιτάσματα αυτά είναι και αξιοποιήσιμα. Για να πούμε αν είναι ή αν δεν είναι θα απαιτηθούν πολλά χρόνια ερευνών.
Η Ελλάδα δεν είναι όμως και του πεταματού.
Είναι παγκόσμια υπερδύναμη στον τουρισμό και τη ναυτιλία.
Και κάτι που απορώ γιατί δεν τονίζεται: σε σχέση με το μικρό της μέγεθος η Ελλάδα είναι δύναμη και στην αγροτική παραγωγή.
Και ειδικά σ’ αυτόν τον τομέα κάτι πάει ν’ αλλάξει τώρα με την κρίση. Η ελληνική γεωργία ψάχνει επιτέλους για καινοτομίες και για σύνδεση με την παγκόσμια αγορά, αντί να περιμένει μόνο για τις επιδοτήσεις.
Και όσο για τους ανθρώπους, τον ελληνικό λαό, δεν είναι και άσχημος.
Φυσικά και μ’ αρέσει η Ευρώπη αλλά πολλές φορές η Δύση είναι, πώς να το πω, να το πω απλά ελληνικά, πολύ «προχώ» για μένα.
Όσο για την Ανατολή… Η Ελλάδα δεν ανήκει εκεί και δεν θα ήθελα ν’ ανήκει.
Νομίζω ότι πραγματικά η Ελλάδα είναι κάτι τα ενδιάμεσο, μια κατηγορία μόνη της.
Και όταν πάψει ο ελληνικός λαός να φέρεται σαν κακομαθημένο παιδί, πιθανώς να μην μεγαλουργήσουμε και να μην κυριαρχήσουμε στη γη αλλά θα είμαστε μια πολύ αξιοπρεπής χώρα.
Τέλος

Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2013

Το κακομαθημένο παιδί και οι ανίκανοι γονείς (μέρος Ι)


Θα πέσουμε στα βαθιά σήμερα και θα προσπαθήσουμε, όσο μπορούμε, να αναζητήσουμε το «Τις πταίει;» για την οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια.

Παρεμπιπτόντως, και επειδή έχω την τάση να ξεστρατίζω, το «Τις πταίει;» ήταν ο τίτλος ενός άρθρου του Χαρίλαου Τρικούπη το 1874 σε μια εφημερίδα της εποχής που έπαιξε καθοριστικότατο ρόλο στην εξέλιξη του πολιτεύματος στη χώρα μας.
Στο άρθρο του εκείνο ο Τρικούπης είχε υποδείξει τον τότε βασιλιά Γεώργιο Α΄ ως υπεύθυνο πολλών πολιτικών αδιεξόδων, γιατί είχε την κακή συνήθεια να γράφει στα παλαιότερα των βασιλικών του υποδημάτων τα αποτελέσματα των εκλογών κάθε φορά και να διορίζει πρωθυπουργό όποιον του γουστάριζε.
Μπορούσε να διορίσει ακόμα και τον κηπουρό του και αυτό δε είναι δικό μου ευφυολόγημα αλλά φράση της εποχής.
Βέβαια αν όντως το έκανε αυτό ο βασιλιάς (και προφανώς θα το έκανε), αυτό ήταν η αιτία πολλών πολιτικών προβλημάτων, δεν ήθελε και πολύ μυαλό να το δεις (μάλλον θάρρος θα ήθελε υποθέτω να το πεις).
Γεγονός όμως είναι ότι αυτά τα προβλήματα οδήγησαν στην καθιέρωση της Αρχής της δεδηλωμένης το 1875, που σημαίνει ότι η Κυβέρνηση οφείλει να έχει τη «δεδηλωμένη» εμπιστοσύνη της απόλυτης πλειοψηφίας των Βουλευτών και αυτή η εμπιστοσύνη δηλώνεται με σχετική ψηφοφορία της Βουλής μετά από κάθε σχηματισμό νέας κυβέρνησης.
Πιθανώς το ξεχάσατε αλλά όλο αυτό ήταν παρένθεση και τώρα κλείνει οπότε επιστρέφουμε στο θέμα μας.
Ξέρετε τι με παρακίνησε να ασχοληθώ με το σημερινό θέμα; Ποιες λέτε ότι είναι οι χώρες της Ε.Ε. με το χαμηλότερο δημόσιο χρέος; (τους πρωταθλητές τους ξέρουμε όλοι).
Λοιπόν οι χώρες με το χαμηλότερο ποσοστό δημόσιου χρέους επί του ΑΕΠ είναι η Εσθονία (10,1%) και οι Βουλγαρία (18,5%)!!! Δηλαδή οι δύο από τις φτωχότερες χώρες της Ε.Ε.!!!
Φτωχοί αλλά προφανώς άπλωναν τα πόδια τους ως εκεί που έφτανε το (κοντό) σεντόνι τους. Ωπ, εδώ είμαστε!
Ο ελληνικός λαός, σαν κακομαθημένο παιδί, ζητούσε συνεχώς, παροχές, αυξήσεις, και όλα τα σχετικά.
Κι οι εκάστοτε Κυβερνήσεις, σαν τους κακούς γονείς, έσπευδαν μονίμως να κάνουν το χατίρι του «παιδιού» (γιατί βλέπετε ενώ τους γονείς δεν μπορεί να τους αλλάξει το παιδί, τις Κυβερνήσεις μπορεί να τις αλλάξει ο λαός έτσι και δεν του κάνουν το χατίρι).
Βέβαια, η ευθύνη ήταν πολλαπλάσια για τις Κυβερνήσεις γιατί ο κόσμος μπορεί να μην είχε επίγνωση των οικονομικών δυνατοτήτων της χώρας, οι Κυβερνήσεις όμως είχαν και παρόλα αυτά εξακολουθούσαν να ικανοποιούν κάθε αίτημα (έτσι στέριωσε στη χώρα μας το πελατειακό σύστημα που, ας μην κλείνουμε τα μάτια, χρειάζεται δύο πόλους για να ευδοκιμήσει).
Και πως ικανοποιούσαν οι Κυβερνήσεις όλα τα αιτήματα; Μα με δανεικά φυσικά.
Πλούσιοι με δανεικά μπορούν να γίνουν όλοι αλλά το κακό με τα δανεικά είναι ότι κάποια στιγμή θα πρέπει να τα επιστρέψεις (έτσι συνηθίζεται τουλάχιστον). Και όταν φτάσει εκείνη η έρμη η ώρα θα δυστυχήσεις γιατί θα πρέπει να τα κόψεις από αλλού και θα ξαναγίνεις φτωχός.
Αλλά, τουλάχιστον ο Diego Alatriste, δεν πιστεύει ότι η μοίρα της Ελλάδας είναι να είναι ο φτωχός παρίας της Ευρώπης και (αν και δεν έχω τίποτα με τις συγκεκριμένες χώρες) έχει αρκετές διαφορές με την Εσθονία και τη Βουλγαρία.
Οπότε η αυριανή ανάρτηση θα είναι πιο αισιόδοξη.
Συνεχίζεται…